- Διαφήμιση -
Χρόνος ανάγνωσης: 5 λεπτά
Το 2017 θα είναι αναμφίβολα μια δύσκολη χρονιά για την Ευρώπη, με λιγότερη μάλλον αισιοδοξία και περισσότερη αβεβαιότητα. Πιθανόν να διανύσουμε δώδεκα μήνες δυστοκίας , σε ένα διεθνές περιβάλλον που θα απαιτούσε ωστόσο γενναίες αποφάσεις και ουσιώδεις αλλαγές για την εξέλιξη και την ανάκαμψη της Ευρώπης.
Στο πλαίσιο αυτό, δυστυχώς , η πολιτική της λιτότητας – κυρίως στον ευρωπαικό νότο – φαίνεται ότι θα συνεχιστεί και το 2017, αδιάλειπτα, για μία σειρά από λόγους.
Ο πρώτος είναι ότι οι εκλογές του Οκτωβρίου στη Γερμανία, οδηγούν την κυβέρνηση της κας Μέρκελ να παραμείνει προσηλωμένη στην αυστηρή δογματική αντίληψη Σόιμπλε, περί δραστικής περικοπής των δαπανών στις ελλειμματικές χώρες μέλη της Ευρωπαικής Ενωσης, οι οποίες είναι οφειλέτες . Αντιμέτωπη με το λαικίστικο και αντιευρωπαικό ρεύμα που αναπτύσσεται στη Γερμανία, η κυβέρνηση Μέρκελ θα ήταν αδύνατο να πιστέψει κανείς ότι θα δεχόταν χαλάρωση της οικονομικής πολιτικής για τους εταίρους, με δεδομένο ότι είναι αυτή που βάζει τα περισσότερα λεφτά στο ευρωπαικό τραπέζι.
Ο δεύτερος είναι ότι το εθνικιστικό στρατόπεδο στη Γερμανία δεν είναι κατά, αλλά υπέρ της λιτότητας στις άλλες χώρες μέλη της Ε.Ε., χύνοντας μάλιστα πολύ δηλητήριο για τα κράτη μέλη του Νότου και τον τρόπο που χειρίστηκαν τις οικονομικές τους υποθέσεις πριν από τη μεγάλη κρίση. Τραβάνε το σχοινί και ασκούν ισχυρή πίεση προεκλογικά, προσθέτοντας και το ευαίσθητο μεταναστευτικό πρόβλημα.
Ο τρίτος λόγος είναι ότι τρία σημαντικά κράτη μέλη, η Ιταλία, η Ισπανία και η Πορτογαλία, βρίσκονται κάτω από τη συνεχή παρακολούθηση της Κομισιόν. Ηδη έχουν δεχτεί τις πρώτες σαφείς παρατηρήσεις για την πορεία των δημοσιονομικών μεγεθών τους και δεν έχουν άλλα περιθώρια οικονομικής χαλάρωσης, το αντίθετο μπορεί να συμβεί . Η παρακολούθηση εσόδων και εξόδων είναι ασφυκτική και αποτελεί στη φάση αυτή προτεραιότητα για τις Βρυξέλλες, καθώς η Ιταλία κυρίως και η Ισπανία βρίσκονται και σε περίοδο πολιτικής ρευστότητας. Τα πράγματα λοιπόν δεν είναι καθόλου ευχάριστα για κανέναν.
Ο τέταρτος λόγος είναι ότι ο Φιγιόν στη Γαλλία, ο οποίος θεωρείται τούτη την ώρα ο επικρατέστερος για την προεδρία τον Μάιο, ευαγγελίζεται μία σφικτή περιοριστική πολιτική, με προτεραιότητα τις μεγάλες μειώσεις δαπανών και εργαζομένων στο δημόσιο τομέα. Μία πολιτική μεταρρυθμίσεων για ην ανταγωνιστικότητα, η οποία μοιραία όμως δεν μπορεί να μην εκφραστεί στην πρώτη της φάση από τη λιτότητα, με δεδομένο ότι οδηγεί βραχυπρόθεσμα σε μείωση θέσεων εργασίας και εισοδημάτων.
Ο πέμπτος λόγος είναι ότι δεν διαφαίνεται φώς ούτε φυσικά και για την Ελλάδα, όσον αφορά στο θέμα της λιτότητας (ακόμη εξάλλου σε φάση περικοπών είμαστε), τουλάχιστον όσο δεν θα προχωρούν οι εξελίξεις στο ζήτημα της μείωσης του χρέους, στη νομισματική χαλάρωση και την πτώση του ποσοστού του πρωτογενούς πλεονάσματος. Είναι μια πολύ δυσάρεστη συγκυρία για την Ευρώπη, στα πρόθυρα σχεδόν ενός τέλματος, το οποίο δυστυχώς είναι και ο χειρότερος εχθρός της δημοκρατίας, όπως έλεγε και ο φιλόσοφος Αλέξης Ντε Τοκβίλ.
Πραγματικά, για τους λαούς (αλλά και τις ηγεσίες) μεγάλου μέρους της Γηραιάς Ηπείρου, το 2017, μοιάζει να ισορροπεί επικίνδυνα σε τεντωμένο σχοινί…
* Ο Γιάννης Κοτόφωλος είναι δημοσιογράφος στην ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ, με καταγωγή από την Δωρίδα
- Διαφήμιση -