Please ensure Javascript is enabled for purposes of website accessibility

- Διαφήμιση -

Λέτε ψέματα

Του Θοδωρή Γεωργακόπουλου *

- Διαφήμιση -

Χρόνος ανάγνωσης: 7 λεπτά

Μερικές φορές, οι πολιτικές έρευνες περιέχουν κι άλλα ερωτήματα, πέρα από την πρόθεση ψήφου, ή τη δημοφιλία πολιτικών προσώπων. Τα οποία συχνά είναι πολύ πιο ενδιαφέροντα. Τις προάλλες, σε δύο έρευνες που έγιναν για τα κόμματα, τα Τέμπη και τα άλλα θέματα που απασχολούν το πολιτικό σύστημα από τις εταιρείες Opinion Poll και Alco διατυπώθηκε η ίδια ερώτηση: “Συμμετείχατε στα συλλαλητήρια/κινητοποιήσεις για τα Τέμπη;” Η διατύπωση ήταν λίγο διαφορετική σε κάθε περίπτωση, αλλά τα αποτελέσματα παρόμοια: στη μία, το 60,1% των ερωτηθέντων απαντούσαν πως, ναι, είχαν πάει στα συλλαλητήρια. Στην άλλη, το 52% απαντούσαν ότι πήγαν.

Τα δείγματα, θυμίζω, ήταν πανελλαδικά, προσεκτικά σταθμισμένα, αντιπροσωπευτικά του πληθυσμού. Δείγματα ικανά για να εξάγουμε συμπεράσματα για το τι θα ψηφίσουν οι πολίτες στις επόμενες εκλογές και για το τι σκέφτονται, γενικότερα. Αν ισχύουν αυτά που απαντούν, τότε στα συλλαλητήρια για τα Τέμπη κατέβηκαν 5-6 εκατομμύρια Έλληνες κι Ελληνίδες. Πώς είναι δυνατόν; Πώς γίνεται το 60% του πληθυσμού της χώρας να λέει ότι κατέβηκαν στη διαδήλωση; Μα είναι προφανές. Λένε ψέματα. Εννοείται ότι λένε ψέματα.

Αυτό είναι ένα από τα φαινόμενα που με έχουν συναρπάσει περισσότερο από όλα τα τελευταία δέκα χρόνια που ασχολούμαι με τέτοιες έρευνες. Όλος αυτός ο ωκεανός κινήτρων που ωθούν τους ανθρώπους να πούν ψέματα σε κάποιον ξένο που τους ρωτά τη γνώμη τους αποτελεί ένα θέμα που δεν παύει ποτέ να με συναρπάζει και να με εκπλήσσει.

-- Διαφήμιση --

Άλλες φορές, επειδή θέλουν να φανούν αρεστοί στον ξένο ερευνητή, λένε αυτό που πιστεύουν ότι είναι “το σωστό” -γι’ αυτό και στις έρευνες εμφανίζονται κάτι συγκλονιστικά ποσοστά εθελοντισμού στην Ελλάδα, ας πούμε. Άλλες φορές, απαντάνε το πρώτο πράγμα που τους έρχεται στο κεφάλι, επειδή ως τότε σε όλη τη διάρκεια της ζωής τους δεν είχαν ποτέ ξανασκεφτεί το ερώτημα που τώρα τους θέτει ένας ξένος στο τηλέφωνο. Άλλες φορές, λένε ψέματα εν γνώσει τους, επίτηδες.

Σας έχω ξαναγράψει εδώ για ένα βιβλίο που έγραψε ένας πρώην ερευνητής της Google, o Σεθ Στίβενς-Νταβίντογουιτς, ο οποίος πήρε δεδομένα από online υπηρεσίες στις οποίες οι χρήστες, καθώς τις χρησιμοποιούν ολομόναχοι, δεν έχουν κανένα κίνητρο να πουν ή να γράψουν ψέματα, και απέδειξε πως, όντως, ο κόσμος που υπάρχει μέσα στα μυαλά των ανθρώπων είναι ένα πολύ διαφορετικό μέρος από το πρόσωπο που δείχνουν παραέξω, σε έρευνες, στα social media ή στις διαπροσωπικές τους σχέσεις.

Σε ένα άλλο άρθρο σας είχα γράψει για τα εκπληκτικά ευρήματα της έρευνάς του σε θέματα σεξουαλικότητας, σεξουαλικής συμπεριφοράς και ερωτικών σχέσεων. Εδώ θα σας πω για δύο άλλα, γενικότερα χάσματα που διέγνωσε: το χάσμα ανάμεσα σε αυτά που οι άνθρωποι σκέφτονται και σε αυτά που λένε ότι σκέφτονται, και το χάσμα ανάμεσα σε αυτά που λένε ότι σκέφτονται και σε αυτά που κάνουν. 

Ένα παράδειγμα του πρώτου χάσματος είναι ο ρατσισμός στις ΗΠΑ, ένα φαινόμενο που ασφαλώς εμείς από μακριά δεν καταλαβαίνουμε στις πραγματικές του διαστάσεις και τις συνέπειες του οποίου βλέπουμε να εκτυλίσσονται καθημερινά.

Αναλύοντας δεδομένα από το Google αλλά και από άλλες πηγές, ας πούμε, ο Νταβίντογουιτς, μπόρεσε να διαπιστώσει με διάφορους τρόπους ότι στην πραγματικότητα ο ρατσισμός στις ΗΠΑ είναι πολύ πιο βαθύς και διαδεδομένος από ό,τι θα φανταζόταν κανείς διαβάζοντας έρευνες κοινής γνώμης ή απόψεις στα ΜΜΕ.

Οι αναζητήσεις της ρατσιστικής βρισιάς “nigger” στο Google, λέει, είναι εξίσου συχνές με τις αναζητήσεις για “ημικρανία”, “οικονομολόγος” και “Lakers”. Μία στις 5 αναζητήσεις με αυτή τη λέξη μέσα συνοδευόταν από τη λέξη “ανέκδοτα”. Παρατηρώντας τις αυξομειώσεις των “ρατσιστικών” αναζητήσεων στο Google σε βάθος χρόνου, δε, διαπίστωσε και μερικά άλλα ενδιαφέροντα φαινόμενα. Οι αναζητήσεις με τη λέξη “nigger” μέσα, λέει, αυξάνονται ραγδαία όποτε συμβαίνουν γεγονότα που φέρνουν αφροαμερικανούς στις ειδήσεις -ακόμα και ανθρωπιστικές τραγωδίες.

Εκτός από τις εκλογές επί Ομπάμα, τέτοια γεγονότα ήταν η καταστροφή του τυφώνα “Κατρίνα” στη Νέα Ορλεάνη, όταν οι οθόνες γέμισαν με φτωχούς μαύρους πληγέντες από την περιοχή. Κάθε χρόνο στη “Ημέρα Μάρτιν Λούθερ Κίνγκ” οι αναζητήσεις με τη λέξη αυτή αυξάνονται κατά 30%. Χρησιμοποιώντας δεδομένα από ένα ακροδεξιό μέσο κοινωνικής δικτύωσης ονόματι Stormfront (το οποίο ιδρύθηκε τη δεκαετία του ’90 από μέλος της Κου Κλουξ Κλαν), βρήκε ότι η ημέρα στην οποία υπήρξαν οι περισσότερες νέες εγγραφές στην ιστορία του site ήταν η 5η Νοεμβρίου του 2008 -η ημέρα που εξελέγη ο Μπαράκ Ομπάμα Πρόεδρος των ΗΠΑ.

Αντίθετα, η υποψηφιότητα του Ντόναλντ Τραμπ το 2016 – και η εκλογή του μετά- δεν επηρέασε καθόλου τις εγγραφές στο Stormfront. “Ο Ντόναλντ Τραμπ ακολούθησε το κίνημα της Λευκής Ανωτερότητας”, συμπέρανε ο συγγραφέας. “Δεν το δημιούργησε”.

Το 2012 ο Σεθ Στίβενς-Νταβίντογουιτς έφτιαξε ένα “χάρτη ρατσισμού” των ΗΠΑ, ανάλογα με το πλήθος “ρατσιστικών” αναζητήσεων στο Google. Βρήκε ότι σε αυτές τις περιοχές, οι οποίες μάλιστα γεωγραφικά ήταν πολύ πιο διάσπαρτες από τον απλοϊκό μύθο περί “βορρά” και “νότου”, ο Ομπάμα τα πήγε πολύ χειρότερα -υπολόγισε ότι έχασε περίπου 4 μονάδες μόνο και μόνο από το ρατσισμό. “Τα δεδομένα των αναζητήσεων μας έδειξαν ότι ζούμε σε μια πολύ διαφορετική κοινωνία από αυτή που δημοσιογράφοι και ακαδημαϊκοί, βασισμένοι σε έρευνες κοινής γνώμης, νομίζουν” γράφει ο συγγραφέας.

Μέσα από τα δεδομένα των αναζητήσεων στο ίντερνετ, κατέγραψε το φαινόμενο που συνέβαινε στις ΗΠΑ με πολύ μεγαλύτερη ακρίβεια και ενάργεια από ό,τι οι δημοσκόποι. Κοιτάζοντας το χάρτη των υποστηρικτών του Τραμπ, βρήκε έναν κοινό, συνδετικό κρίκο που δεν περιλαμβάνει τον πλούτο, την εκπαίδευση, την αστικότητα ή άλλα κριτήρια. Περιλαμβάνει μόνο ένα: το ρατσισμό. Που δεν μετριέται αποτελεσματικά με κανέναν τρόπο.

Στο βιβλίο υπάρχουν κι άλλα παραδείγματα χασμάτων ανάμεσα στο τι λέμε και το τι σκεφτόμαστε. Μπορεί οι περισσότεροι άνθρωποι στον κόσμο να δηλώνουν ότι θέλουν να κάνουν παιδιά και, όταν τα κάνουν να δηλώνουν ότι είναι ευτυχείς που είναι γονείς, ας πούμε, αλλά όταν στρέφονται στο ίντερνετ, μόνες και μόνοι, μπροστά στην οθόνη, λένε άλλα.

Οι άνθρωποι που αναρωτιούνται στο Google για το αν θα “μετανιώσουν αν δεν κάνουν παιδιά” είναι επταπλάσιοι από τους ανθρώπους που ψάχνουν για το αν θα “μετανιώσουν αν κάνουν παιδιά”.

Οι άνθρωποι που έχουν παιδιά όμως, και κάνουν αναζητήσεις του τύπου “μετάνιωσα που έκανα παιδιά” είναι 3,6 φορές περισσότεροι από αυτούς που κάνουν αναζητήσεις του τύπου “μετάνιωσα που δεν έκανα παιδιά”. Δηλώνουμε ότι αγαπάμε και καμαρώνουμε τα παιδιά μας το ίδιο, αλλά για αναζητήσεις του τύπου “είναι ο γιός μου προικισμένος/ιδιοφυία“ είναι 2,5 φορές περισσότερες από τις αναζητήσεις του τύπου “είναι η κόρη μου προικισμένη/ιδιοφυία“.

Στην πραγματικότητα, μπροστά στις οθόνες οι γονείς διατυπώνουν πολύ περισσότερες ερωτήσεις για τους γιούς τους από ό,τι για τις κόρες τους -και οι περισσότερες ερωτήσεις που διατυπώνουν για τις κόρες έχουν να κάνουν με την εμφάνισή τους.

Ωστόσο, κατά τη γνώμη μου το ακόμα πιο ενδιαφέρον χάσμα είναι αυτό ανάμεσα στα πράγματα που οι άνθρωποι δηλώνουν και στα πράγματα που κάνουν. Γιατί σε αυτή την περίπτωση το ψέμα είναι εξόφθαλμο, κραυγαλέο, μετρήσιμο. Στο άλλο άρθρο έγραφα για το πόσο σεξ με προφυλακτικό δηλώνουν ότι κάνουν οι αμερικανοί -την ώρα που είναι γνωστό με ακρίβεια το πόσα προφυλακτικά πωλούνται κάθε χρόνο στις ΗΠΑ.

Τους ρωτάνε στις έρευνες “ψηφίσατε στις εκλογές” και το 73% λένε “ναι”, μολονότι ξέρουμε ότι μόνο το 61% όντως ψήφισαν. Υπήρχε κάποτε μια συναρπαστική έρευνα που είχε συμπεράνει ότι υπάρχει σημαντική στατιστική συσχέτιση του αν ένας νέος πίνει αλκοόλ, κάνει ναρκωτικά ή έχει άλλου είδους παραβατική συμπεριφορά με το αν είναι υιοθετημένος.

Αυτό είχε κάνει μεγάλη εντύπωση στους ερευνητές. Δεν μπορούσαν να το δικαιολογήσουν. Μέχρι που διαπίστωσαν πως μεγάλο ποσοστό νέων που έχουν παραβατική συμπεριφορά λένε ψέματα στις έρευνες -μεταξύ άλλων και για το αν είναι υιοθετημένοι. Το 19% όσων το δήλωναν, δεν ήταν. Λένε ψέματα.

Σύμφωνα με μια έρευνα που αναφέρεται μέσα στο βιβλίο, σχεδόν το 1/3 των πραγμάτων που λέει κάθε άνθρωπος κάθε μέρα είναι μικρά ή μεγάλα ψέματα, και όχι μόνο στις έρευνες. Διαστρεβλώνουμε την αλήθεια, λέμε μικροψεματάκια κάθε μέρα της ζωής μας. Είναι κάτι που μας έχει γίνει δεύτερη φύση. Δεν το ελέγχουμε καλά καλά.

Γι’ αυτό, λέει και ο Στίβενς-Νταβίντογουιτς, οι αναζητήσεις στο ίντερνετ είναι καλύτερη πηγή συμπερασμάτων για το τι σκέφτεται στ’ αλήθεια ο κόσμος. Επειδή εκεί οι άνθρωποι δεν έχουν κάποιον άλλο άνθρωπο απέναντί τους. Αντίθετα, έχουν κίνητρο να πουν στα αλήθεια το τι σκέφτονται και τι ψάχνουν: επειδή μόνο έτσι μπορούν να το βρουν.

* Ο Θοδωρής Γεωργακόπουλος είναι συγγραφέας και δημοσιογράφος στην εφημερίδα Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ

- Διαφήμιση -

Subscribe to our newsletter
Subscribe to our newsletter

- Διαφήμιση -