- Διαφήμιση -
Χρόνος ανάγνωσης: 3 λεπτά
Του Μιχάλη Κατρίνη *
Μέρισμα 846 εκατ. ευρώ ζήτησαν να μοιράσουν στους μετόχους τους οι τέσσερις συστημικές τράπεζες για τα κέρδη 3,6 δισ. ευρώ του 2023. Κέρδη που δεν προέκυψαν από κάποια δυναμική πιστωτική επέκταση, αλλά κυρίως λόγω του «πληθωρισμού τραπεζικής απληστίας», όπως χαρακτηριστικά τονίζει σε ανάλυσή του το ΚΕΠΕ.
Και όπου πληθωρισμός τραπεζικής απληστίας, η διαφορά επιτοκίου χορηγήσεων-καταθέσεων που βρίσκεται σχεδόν στο 6%, πολύ υψηλότερη από τη μέση τιμή της Ευρωζώνης, με τις ελληνικές τράπεζες να δίνουν το χαμηλότερο επιτόκιο καταθέσεων στα νοικοκυριά.
-- Διαφήμιση --
Επιτοκιακό περιθώριο που θα όφειλαν να διερευνήσουν η κυβέρνηση και η Επιτροπή Ανταγωνισμού, σύμφωνα και με τα λεγόμενα της κυρίας Λαγκάρντ κατά την επίσκεψη στην Τράπεζα της Ελλάδος. Κάτι που δεν έγινε μέχρι στιγμής, με τις επιβαρύνσεις να αυξάνονται, όπως και ο κίνδυνος δημιουργίας νέων «κόκκινων» δανείων.
Τα νούμερα είναι ενδεικτικά για την πολιτική και τον ρόλο των τραπεζών: 51% αυξήθηκαν το 2023 τα έσοδα από τόκους, ενώ τα δάνεια στους ελεύθερους επαγγελματίες μειώθηκαν. Επίσης, 7% αυξήθηκαν τα έσοδα από προμήθειες, αλλά τα δάνεια στους ιδιώτες μειώθηκαν με αποκορύφωμα τα στεγαστικά δάνεια, όπου η Ελλάδα καταγράφει τις χειρότερες επιδόσεις σε πανευρωπαϊκό επίπεδο. Το πηλίκο, δε, του συνόλου των δανείων προς τις καταθέσεις (61%) βαίνει μειούμενο σε σχέση με τα προηγούμενα έτη, πολύ χαμηλότερο του ευρωπαϊκού μέσου όρου (105%). Η όποια αύξηση στη χορήγηση επιχειρηματικών δανείων συνδέεται με τα κεφάλαια του Ταμείου Ανάκαμψης, ενώ κυριάρχησαν οι αποπληρωμές δανείων από τις επιχειρήσεις και η επανατοποθέτηση στα φθηνότερα δάνεια του Ταμείου, χωρίς ιδιαίτερο ρίσκο για τα πιστωτικά ιδρύματα. Συμπερασματικά, λοιπόν, οι ελληνικές τράπεζες:
• Αποκομίζουν υπερέσοδα, λόγω υψηλών επιτοκίων στα υφιστάμενα δάνεια και των προμηθειών που επεκτείνονται διαρκώς, υπερέσοδα για τα οποία δε φορολογούνται επαρκώς.
• Εχουν χαμηλή ποιότητα εποπτικών κεφαλαίων και το υψηλότερο ποσοστό αναβαλλόμενης φορολογικής απαίτησης στα κεφάλαιά τους (58% του CET1), ενώ σε καμία ευρωπαϊκή τράπεζα δεν ξεπερνά το 10%.
• Χορηγούν ολοένα και λιγότερα δάνεια, με την όποια πιστωτική επέκταση να εξαντλείται στα δάνεια που συνδέονται με το Ταμείο Ανάκαμψης.
• Επιζητούν μέρισμα 25% επί των εσόδων τους, για το οποίο θα φορολογηθούν με 5%.
Απέναντι στη στρατηγική αυτή των τραπεζών, από την οποία αποκλείεται πάνω από το 90% των ελληνικών επιχειρήσεων – συμβάλλοντας καταλυτικά στη διεύρυνση των οικονομικών ανισοτήτων – η ελληνική κυβέρνηση παραμένει αδρανής, αδύναμη, ανίκανη να παρέμβει και να ρυθμίσει. Εχει εκχωρήσει την αρμοδιότητα χάραξης της επιχειρηματικής πολιτικής στις τράπεζες, οι οποίες, ενώ ανακεφαλαιοποιήθηκαν με χρήματα και των ελλήνων πολιτών, χρησιμοποιούν πρακτικές μονοπωλίου, χωρίς να λογοδοτούν ή να επιτελούν τον ρόλο τους που είναι η χρηματοδότηση της οικονομίας.
Η άνευ όρων παράδοση της κυβέρνησης στην αδιέξοδη πολιτική των τραπεζών εγκυμονεί κινδύνους για τις επιχειρήσεις, τους δανειολήπτες, την ελληνική οικονομία και την κοινωνική συνοχή. Κάποιος πρέπει, επιτέλους, να βάλει έναν φραγμό. Αν όχι το πολιτικό σύστημα, ποιος;
* Ο κ. Μιχάλης Κατρίνης είναι κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος του ΠΑΣΟΚ.
- Διαφήμιση -