Χρόνος ανάγνωσης: 6 λεπτά
Έφτασε η ώρα! Δόθηκε το σύνθημα: Εκλογές! Ο αφέτης έριξε την πιστολιά και οι δρομείς ξεχύθηκαν στην πίστα. Άνοιξαν οι μπαλκονόπορτες, στήθηκαν εξέδρες σε πλατείες, βγήκαν στα μπαλκόνια οι μπροστάρηδες, τα πρωτογκεσέμια και ξωπίσω τους ξεχύθηκαν οι δευτεροκλασάτοι και κάτω. Λόγοι πύρινοι, κονταροχτυπήματα: “Ψηφίστε μας για ένα καλύτερο αύριο”! (για ποιόν άραγε;). “Ψηφίστε μας και θα κάνουμε τη χώρα αγνώριστη. Θα, θα, θα και πάλι θα”.
Τρέχουν τα ροσόλια από τα χείλια τους, κρέμονται τα πιτραχήλια από το σβέρκο των λαγών που, σαν μάγοι, βγάζουν από τα καπέλα τους. Τάζουν, τάζουν, τάζουν.
Και να βροχή τα “θα” να πέφτουν και να ποτάμι τα ροσόλια να τρέχουν. Μόνο στον Άγιο Φανούριο δεν έταξαν, μήπως δούμε από τώρα το νέο πρωτογκεσέμι που θα μας κυβερνάει τα επόμενα τέσσερα ή και λιγότερα χρόνια.
Και αφού εξαντληθεί ο μακρύς κατάλογος με τα ταξίματα, ανοίγει η μαύρη βίβλος για τους αντίπαλους: “Αυτοί, που όταν κυβερνούσαν, βούλιαξαν τη χώρα στο χρέος, που έκοψαν συντάξεις και μισθούς, που ανέβασαν φόρους, που έκαναν, που δεν έκαναν, που, που, που. Αυτοί που αν έλθουν στην εξουσία μιαν ακόμα φορά, Κύριος οίδε τι θα συμβεί στη δύσμοιρη αυτή χώρα αλλά και σε σας, αγαπητές φίλες, αγαπητοί φίλοι”.
Και από κάτω ο λαός να βοά: “Είσαι ο Πρωθυπουργός”, “εσένα θέλουμε”, κάτω οι άλλοι”, “ζήτω μας” και τα τοιαύτα.
Να πέφτουν τα συνθήματα:
“Μαζί για το μέλλον, μαζί για την Ελλάδα” και τα λοιπά. Και από κάτω το πόπολο να σείει σημαιάκια του κόμματος και να απαντά στα συνθήματα: “Μαζί σου για την πρόοδο, τράβα μπροστά και ακολουθούμε.
Είσαι ο μπροστάρης μας”. Και ανάμεσά τους οι σπιούνοι της παράταξης σκορπισμένοι στρατηγικά μέσα στο ακροατήριο, να ενθαρρύνουν τη συμμετοχή του στα συνθήματα, να μοιράζουν σημαιάκια στους μη έχοντες και να σπέρνουν στα μουλωχτά υποσχέσεις. Και το πανηγυράκι τραβάει. Τραβάει, όσο αντέχει ο ομιλητής, όσο αυτός εκτιμάει ότι αντέχει το ακροατήριο και να τα “θα” και να οι λαγοί να σείουν
τα πιτραχήλια τους, να τα ροσόλια να τρέχουν. Και από την άλλη να το φαρμάκι για τους αντιπάλους να ρέει σαν ρυάκι που σιγά, σιγά μετατρέπεται σε χείμαρρο, έτοιμο να πνίξει οποιονδήποτε αντίπαλο. Η κατάσταση θυμίζει πανηγυράκι επαναλαμβανόμενο, με τα “θα” από ενθουσιώδη να καταντούν κοινές έως βαρετές για τους εχέφρονες υποσχέσεις. Και μέσα στο πλήθος να οι γνωριμίες της στιγμής, να οι εφήμερες σχέσεις, που με τη διάλυση του κόσμου θα ξεχαστούν και τόσα άλλα.
Και αν, εν τη ρύμη του λόγου, πέσει και καμιά υπερβολή, ο έξυπνος ομιλητής την ξεπερνάει και πάει παρακάτω, προκαλώντας το θαυμασμό στο πόπολο, “μωρέ μπράβο! Ο δικός μας ξέρει να ελίσσεται”, είτε σπέρνοντας την ευθυμία, μέχρι και το γέλιο, όπως ο παλιός ομιλητής που από το μπαλκόνι έταξε: “Θα σας κάνουμε σχολεία”. “Μα δεν έχουμε παιδιά”, απάντησε το πόπολο. “Θα σας κάνουμε και παιδιά”, απάντησε το μπαλκόνι. Αν αυτό αληθεύει, φανταστείτε τη θυμηδία
του πλήθους.
Και μετά τους πύρινους λόγους, τα πολλά ταξίματα και το χαιρετισμό της νίκης, με την ανύψωση των χεριών, κατεβαίνει στην πλατεία και να οι θερμές χειραψίες, να οι αγκαλιές και τα φιλιά (κάποια ρουφηχτά), να οι σέλφις με τον αρχηγό, που μετά τις
δείχνουν με καμάρι.
Όπως μου είπε χαρακτηριστικά ένας φίλος, “αν νοιώθεις μοναξιά, πήγαινε σε μια πολιτική συγκέντρωση ή σε ένα πολιτικό γραφείο και θα τρελαθείς στις αγκαλιές και τα φιλιά”. Τελικά και με πολύ κόπο, η απόσυρση σε κάποιο κεντράκι με τους κολλητούς για χαλάρωση και κανένα τσιπουράκι, πριν την αναχώρηση. Εδώ τελειώσαμε, αύριο πάμε αλλού.
Φεύγει ο ένας, έρχεται ο άλλος, πάλι πανηγυράκι, πάλι “θα”, πάλι συνθήματα, πάλι αγκαλιές, πάλι σέλφις, πάλι τσιπουράκι και πάμε γι’ αλλού. Έρ’με λαέ τι τραβάς! Έρ’μο τσίπουρο, πως καταναλώνεσαι!
Και η μάχη συνεχίζεται από πόρτα σε πόρτα, στα καφενεία με αψιμαχίες: “Θα σας σκίσουμε”, “θα δείτε τι θα σας κάνουμε”, “είστε χαμένοι από χέρι” και πολλά άλλα. Και να τα ζάρια και να τα πούλια να βροντάνε και να η πρέφα να εξελίσσεται αθόρυβα και να το τσίπουρο να ρέει άφθονο. Και ανάμεσα πάλι οι στρατολογημένοι σπιούνοι να σπέρνουν ζιζάνια και να ανάβουν φωτιές.
Κάπως πιο ήρεμα διεξάγεται η μάχη στα πολιτικά γραφεία και τα εκλογικά κέντρα των υποψηφίων. Εκεί μαζεύονται οπαδοί και φίλοι, πονηροί, τυχάρπαστοι και το τάξιμο πάει σύννεφο: “Θα σου φέρω τόσες ψήφους.
Προσπαθώ να ψήσω και τον κουμπάρο. Είναι λίγο δύσκολος αλλά θα τον καταφέρω”. Και από την άλλη:
“Θα σου διορίσουμε το παιδί, θα σου ρυθμίσουμε το χρέος” και πολλά άλλα. Οι πιτραχηλοφόροι λαγοί έχουν τώρα πιάσει στασίδι στα πολιτικά γραφεία.
Προσοχή μην πατήσετε κανέναν. Τα ροσόλια τρέχουν στους διαδρόμους. Προσοχή μην κολλήσετε ή, ακόμα χειρότερα, μη γλιστρήσετε. Κάπου, κάπου πέφτει στη ζούλα και κανένα ψιλό, από εκείνα που διαθέτει το κόμμα και από αυτά όσα κρίνουν οι επιτήδειοι ότι πρέπει να μοιράσουν, αφού κρατήσουν την παχυλή μίζα τους, τυράκι στη φάκα.
Πολλοί οι οπαδοί, οι σίγουροι, πολλοί, όμως και οι πονηροί, εκείνοι που γυρνάνε από γραφείο σε γραφείο, από στέκι σε στέκι, υπόσχονται, τα μαγκώνουν και πάνε γι’ άλλα.
Και το πανηγυράκι συνεχίζεται, μέχρι να φτάσει η πολυπόθητη μέρα. Επί τέλους, μια μέρα ανάπαυλα και αύριο στις κάλπες. Και αφού τελειώσει το πανηγυράκι και αναδειχθεί ο εκλεκτός που θα μας κυβερνήσει από δω και μπρος, μαζεύονται οι πάγκοι, κλείνουν τα μαγαζάκια και, ως δια μαγείας, εξαφανίζονται άπαντες:
Εκπρόσωποι, σπιούνοι, πιτραχηλοφόροι λαγοί, γίνονται όλοι καπνός!
Έρμε λαέ, τι τραβάς! Όμως οι εκλογές δεν παύουν να είναι η γιορτή της Δημοκρατίας, γι’ αυτό ας μην τις υποτιμάμε. Να συμμετέχουμε, ναι αλλά να εμπιστευόμαστε περισσότερο τη δική μας κρίση. Ίσως έτσι να είναι καλύτερα. Καλό βόλι πατριώτες.
* Ο Δημήτρης Κωσταράς είναι υπεύθυνος έκδοσης του περιοδικού “Ο ΝΑΥΤΙΛΟΣ” Περιβαλλοντικού Συλλόγου Μοναστηρακίου Δωρίδος