Χρόνος ανάγνωσης: 71 λεπτά
Η υπόθεση της παρακολούθησης του κ. Ανδρουλάκη αντιμετωπίστηκε από τον Πρωθυπουργό με την ελάχιστη δυνατή παραδοχή σφάλματος, παρά το γεγονός ότι μίλησε για ευθύτητα και για φως στις σκιές. Αναφέρθηκε ουσιαστικά μόνο σε πολιτική ευθύνη που ανελήφθη με την παραίτηση του διευθυντή του γραφείου του και ισχυρίστηκε ότι πρόκειται για ένα μεμονωμένο περιστατικό που αποτελεί εξαίρεση στη λειτουργία της ΕΥΠ.
Οι αντιφάσεις είναι πολλές, από το γεγονός ότι οι υπάλληλοι και οι δημόσιοι λειτουργοί ελέγχονται για πολιτικά σφάλματα μέχρι το γεγονός ότι ο ίδιος δεν θα επέτρεπε να λάβει χώρα η παρακολούθηση αν είχε γνώση (άραγε έχει τέτοια αρμοδιότητα, κι αν την έχει, γιατί δεν την ασκεί;). Μήπως εντέλει πρόκειται για κάτι παραπάνω από πολιτικό σφάλμα;
Το βασικότερο πρόβλημα είναι πως ο ισχυρισμός του ότι δεν θέλει να υπάρχουν σκιές είναι εντελώς αστήρικτος. Αν δεχτούμε ότι δεν γνώριζε το ζήτημα και την ενδεχόμενη έκταση του φαινομένου πριν από την αποκάλυψή του, πλέον είναι αδύνατο να δεχτούμε πως αυτή τη στιγμή δεν έχει επακριβή γνώση του ζητήματος. Ξέρει τι έχει γίνει με την υπόθεση Ανδρουλάκη και τα όποια θεσμικά προβλήματα. Δεν αποκαλύπτει όμως απολύτως τίποτα, παρά μόνο παραδέχτηκε όσα είδαν το φως της δημοσιότητας.
Φαίνεται ότι η πρόθεσή του είναι να αφήσει τη συζήτηση στη Βουλή και την εξεταστική επιτροπή να προσκρούσουν στο απόρρητο της ΕΥΠ για τη διασφάλιση του εθνικού συμφέροντος. Η πολιτική του πρόθεση είναι να λήξει το θέμα εκεί.
Στην πραγματικότητα, και ο πιο καλόπιστος πολίτης δεν μπορεί να πιστέψει ότι πρόκειται για ένα μεμονωμένο περιστατικό που δεν έχει θεσμικές και, ενδεχομένως, νομικές προεκτάσεις που βαραίνουν το πρωθυπουργικό γραφείο, καθώς ο ίδιος ο Πρωθυπουργός επέδειξε ιδιαίτερη σπουδή ώστε να φέρει την ΕΥΠ υπό την αρμοδιότητά του και να τη διοικήσει με πρόσωπα απόλυτης εμπιστοσύνης του.
Στο δημόσιο διάλογο το πρόβλημα μετατοπίζεται αλλού: η ζημιά στον Πρωθυπουργό μπορεί να σημαίνει ενίσχυση της αξιωματικής αντιπολίτευσης που έχει αποδείξει επίσης ότι λειτουργεί ενάντια στους θεσμούς. Όταν όμως το βασικό επιχείρημα είναι «Οι άλλοι καλύτεροι ήταν;», υπάρχει σαφής παραδοχή ότι το πρόβλημα είναι βαθύτερο από όσο αφήνει να εννοηθεί ο Πρωθυπουργός.
Με άλλα λόγια, πλέον η δημόσια συζήτηση κινείται με γνώμονα ότι ο Πρωθυπουργός δεν αποκαλύπτει την αλήθεια. Με δεδομένο ότι χωρίς ειλικρίνεια εμπιστοσύνη δεν μπορεί να υπάρξει και χωρίς εμπιστοσύνη το πολιτικό κεφάλαιο εξανεμίζεται ταχύτατα, ο Πρωθυπουργός βρίσκεται σε ιδιαίτερα δυσχερή θέση. Δύσκολα ψηφίζει κανείς άνθρωπο που δεν εμπιστεύεται.
* Ο Αλέξης Αρβανίτης είναι επίκουρος καθηγητής Κοινωνικής Ψυχολογίας στο Πανεπιστήμιο Κρήτης με καταγωγή από τη Δωρίδα