Χρόνος ανάγνωσης: 5 λεπτά
Του Αντώνη Καρπετόπουλου*
Το μπλέξιμο με τους αρνητές των εμβολίων είναι μεγαλύτερο από αυτό που η κυβέρνηση φανταζόταν. Πήρε επίσης λίγο καιρό και στην αντιπολίτευση να καταλάβει ότι η δημόσια υγεία δεν προσφέρεται για πολιτική εκμετάλλευση.
Την εβδομάδα που πέρασε ο Αλέξης Τσίπρας και η Φώφη Γεννηματά έγιναν κήρυκες της ανάγκης για εμβολιασμό, ενώ πριν λίγες μέρες ο Νίκος Χαρδαλιάς «έκλεινε» τη Μύκονο νομίζω για να δείξει ότι δεν υπάρχουν περιθώρια για να γίνουν στραβά μάτια.
Σύντομα θα γίνει κατανοητό ότι ένας νέος κίνδυνος έρχεται για το πολιτικό σύστημα: η πιθανότητα να προκύψει μια μεγάλη δυσαρέσκεια για πολιτικούς που φοβούνται να πάρουν αποφάσεις.
Όλοι στην Ελλάδα ασχολούνται με τους αρνητές των εμβολίων και ελάχιστα με όσους έκαναν το καθήκον τους και εμβολιάστηκαν. Προφανώς οι πολιτικοί μας νόμιζαν ότι αυτοί ειδικά είναι πολίτες χωρίς φωνή και χωρίς απαιτήσεις: δεν είναι έτσι ακριβώς.
Αν οι πολιτικοί μας κάνουν τα γλυκά μάτια στους αρνητές (στο όνομα κάποιου τύπου δικαιωματισμού) θα βρουν απέναντί τους όλους τους υπόλοιπους. Κι ο κίνδυνος αυτοί ειδικά να αρχίσουν να διαμαρτύρονται για τις δικές τους χαμένες ελευθερίες (τις οποίες έχοντας εμβολιαστεί ζητούν πίσω) μπορεί εύκολα να γίνει η νέα αγανάκτηση: η αγανάκτηση όποιου βαρέθηκε να τον αντιμετωπίζουν ως πρόθυμο ηλίθιο.
Όποιος νομίζει ότι ζούμε μια εποχή δεδομένων ψηφοφόρων, που ό,τι κι αν γίνει θα μείνουν στο κομματικό μαντρί, κάνει τεράστιο λάθος.
Οι εποχές που τα κόμματα μπορούσαν να χρησιμοποιούν ένα είδος διγλωσσίας για να τα έχουν καλά με όλους πέρασαν: το τελευταίο «κόμμα σουπερμάρκετ», στο οποίο ο Γιάννης Ραγκούσης μπορούσε να συμπορεύεται με τον Παύλο Πολάκη και η Θοδώρα Τζάκρη με τον Κώστα Ζαχαριάδη, ήταν ο ΣΥΡΙΖΑ, που αν κρίνω από τις δημοσκοπήσεις δεν περνά τις καλύτερες μέρες του.
Τώρα ο κόσμος θέλει ξεκάθαρα λόγια και πράξεις. Κι όσο τίποτα ξεκάθαρο δεν ακούγεται δημιουργείται ένα κοκτέιλ εκρηκτικό. Όπως οι αρνητές θυμώνουν με τα μέτρα των περιορισμών τους, τα οποία θεωρούν εκβιαστικά, έτσι μπορεί εύκολα να αρχίσουν να αγανακτούν και όσοι έκαναν το εμβόλιο και παρ’ όλα αυτά βλέπουν τις ατομικές τους ελευθερίες να κινδυνεύουν πάλι.
Πού οδηγεί αυτό το μίξερ της αγανάκτησης; Κατευθείαν στη λατρεία του αυταρχισμού. Αν η οικονομική κρίση της προηγούμενης δεκαετίας έφερε στην εξουσία λαϊκιστές και τυχοδιώκτες αριστεροδέξιους (από τους ιταλούς “πεντάστερους” μέχρι τον Ορμπαν και τον Τραμπ), ετούτη η κρίση υπάρχει σοβαρός κίνδυνος να φέρει στα πράγματα διάφορους φανατικούς έτοιμους να εκμεταλλευτούν τη συγκυρία και τον φόβο.
Αυτή τη στιγμή ο μεγάλος φόβος είναι να ξαναέχουμε lockdown, περιορισμούς και έναν νέο οικονομικό μαρασμό που θα οφείλεται στην αδυναμία αντιμετώπισης της άρνησης στον εμβολιασμό, που σήμερα είναι η μόνη λύση αντιμετώπισης της πανδημίας.
Η κυβέρνηση πρέπει να απαιτήσει την κινητοποίηση του επιχειρηματικού κόσμου: όποιοι δίνουν δουλειές μπορούν πραγματικά να παίξουν μεγάλο ρόλο στην υπόθεση του εμβολιασμού.
Πρέπει επίσης δημόσια και χωρίς μισόλογα να θέσει την Εκκλησία ενώπιον των ευθυνών της: δεν γίνεται να απειλούνται με ταμείο ανεργίας οι υγειονομικοί και στα χωριά οι παπάδες να παριστάνουν τους Παπαφλέσσες κατά του Μπιλ Γκέιτς τρομοκρατώντας ηλικιωμένους χωρίς κανείς να τολμά να τους μαζέψει.
Και η Αριστερά που καταλαβαίνει τον κίνδυνο να οδηγηθεί στο περιθώριο πρέπει να ξεσηκώσει υπέρ του εμβολιασμού κυρίως τους καλλιτέχνες και τους διανοουμένους που σήμερα σωπαίνουν για να μη δυσαρεστήσουν μέρος της πελατείας τους.
Δεν μπορούμε να κάνουμε δημοψήφισμα για τον εμβολιασμό και μετά με μια κωλοτούμπα να το στείλουμε στο αρχείο της Ιστορίας. Έχουμε πόλεμο κανονικό. Αντί για συζητήσεις για δήθεν διχασμούς χρειάζεται συστράτευση. Πριν ξεσπάσει μια πραγματική αγανάκτηση, η διαχείριση της οποίας θα είναι αδύνατη…
* Ο Αντώνης Καρπετόπουλος είναι δημοσιογράφος στις εφημερίδες ΤΑ ΝΕΑ και ΤΟ ΒΗΜΑ και στο MEGA TV