Χρόνος ανάγνωσης: 3 λεπτά
«Όταν τα επιχειρήματα της Αριστεράς ξεφτίζουν, αυτή επιστρατεύει την τρομοκρατία, πολλοί που διαφωνούν μαζί της αντιμετωπίζονται με συκοφαντίες, λάσπη, ακόμη και με λογικές «ξέρουμε πού μένεις», αναφέρει η συγγραφέας Σώτη Τριανταφύλλου, σε συνέντευξή της στο σάιτ Liberal.gr.
Η γνωστή συγγραφέας από τη Δωρίδα , σχολιάζει, μιλώντας στον Γιώργο Φιντικάκη, το εκρηκτικό σκηνικό των τελευταίων ημερών στην Ελλάδα και την προσπάθεια του ΣΥΡΙΖΑ να παραδοθεί η πολιτική στον τοξικό λόγο και την χυδαιότητα.
«Αναρωτιέμαι ποια είναι η γνώμη σοβαρών ανθρώπων που πρόσκεινται στην αριστερά και στον ΣΥΡΙΖΑ. Ενημερώνονται καθόλου ή αντλούν τις πληροφορίες τους μόνο από τα προπαγανδιστικά αριστερά ΜΜΕ; Παρακολουθούν το είδος της αντιπολίτευσης που ασκεί το κόμμα το οποίο εμπιστεύονται και ψηφίζουν; Αυτό νομίζω πως πρέπει να είναι το ερώτημά μας: πόσοι Έλληνες δικαιολογούν αυτή την κάκιστη πολιτική, τον τυχοδιωκτισμό και την απρέπεια – και γιατί.
Η αριστερά στην Ελλάδα έχει πλέον συγχωνευτεί με τον λεγόμενο αντιεξουσιαστικό χώρο ο οποίος ταυτίζεται με την τρομοκρατία σε όλες τις εκδηλώσεις της ζωής. Η αριστερή τρομοκρατία έχει δύο παραδοσιακές πλευρές: η μία είναι η ένοπλη, αυτή που υπηρετούν οι δολοφονικές ομάδες· η άλλη είναι η ιδεολογική, πολιτική και κοινωνική την οποία υπηρετεί ολόκληρη η παράταξη προσπαθώντας να κλείσει το στόμα του κάθε διαφωνούντος», αναφέρει χαρακτηριστικά.
Για την θέση του ΣΥΡΙΖΑ να δικαιωθεί το αίτημα του τρομοκράτη Δημήτρη Κουφοντίνα αναφέρει:
«Κατ’ αρχάς το «αίτημα» είναι ελαφρώς γελοίο. Εδώ δεν μιλάμε για κακομεταχείριση ή για οποιαδήποτε άδικη μεταχείριση. Ο Δημήτρης Κουφοντίνας θέλει να μεταφερθεί και πάλι στη φυλακή του Κορυδαλλού ―όπου τοποθετούνται πλέον μόνον οι υπόδικοι― διότι στον Βόλο και στον Δομοκό βρέθηκε μακριά από την Αθήνα και από τον κύκλο των οπαδών του.
Στον Κορυδαλλό, στη μέση της πόλης, όπου ζουν και αναπνέουν τα μέλη της αθηναϊκής διανόησης και του πολιτικού προσωπικού με την ευαίσθητη καρδιά, θα μπορούσε να παίζει ευκολότερα τον ρόλο του αμετανόητου τρομοκράτη: στην Αθήνα το περιβάλλον, τόσο μέσα όσο και έξω από τη φυλακή, είναι πρόσφορο σε μυθολογίες και απατεωνιές. Θέλω να πω ότι δεν βρισκόμαστε απέναντι σε κάποια παραβίαση δικαιωμάτων ώστε να στηρίξουμε τον εν λόγω κρατούμενο. Όσα έγραφε ο Ρεϊμόν Αρόν στο «Όπιο των διανοουμένων» είναι σταθερά επίκαιρα: είμαστε δειλοί – είμαστε όλοι δειλοί· κυβέρνηση, κόμματα, πολίτες. Σιωπούμε όπου θα έπρεπε να έχουμε φωνή.
Σιωπούμε και μπροστά στην ασέβεια που επιδεικνύει η αριστερά στους θεσμούς και στα θεσμικά πρόσωπα. Προπάντων όμως, δεν σέβεται τον ίδιο της τον εαυτό. Είναι καθηλωμένη σε μια Ελλάδα χοντροκοπιάς, χωριατιάς και παραλογισμού».
Για την στοχοποίηση του πρωθυπουργού με χυδαίους υπαινιγμούς στην υπόθεση Λιγνάδη αναφέρει:
«Ο ΣΥΡΙΖΑ έχει βρεθεί σε αμηχανία και προσπαθεί να σκάψει και να βγάλει στην επιφάνεια βρομιά. Ας σκάψει. Αν βρει, μπράβο του: όλοι θέλουμε να καθαρίσει η πολιτική και να υιοθετηθεί ένας κώδικας ηθικής τον οποίον να σέβονται όλοι. Στο μεταξύ, χάνεται ο χρόνος και η ενέργεια που χρειάζονται για να ληφθούν και να εφαρμοστούν καίριες αποφάσεις για την οικονομία και για το fine tuning της νομοθεσίας επί καυτών θεμάτων όπως είναι η υπόθεση ΑΕΙ. Ο ΣΥΡΙΖΑ θέλει αμαθείς μάζες· υστερική και αγράμματη νεολαία: το κοινό του είναι ο όχλος, όχι ο πολίτης. Δεν πρόκειται για καινούργιο φαινόμενο: από την εποχή της μεταπολίτευσης η αριστερά στήριξε το χειρότερο δυνατό ανθρώπινο υλικό και απάλλαξε τους οπαδούς της από την ιδιότητα του πολίτη ακριβώς τη στιγμή που οι Έλληνες καλούνταν να γίνουν πολίτες».
Για την στάση του προέδρου του ΣΥΡΙΖΑ, Αλέξη Τσίπρα, λέει:
«Πιστεύω ότι ο κ. Τσίπρας έχει παρασυρθεί από ένα μεγάλο κύμα. Στα νεανικά του χρόνια τον παρέσυρε το κύμα του ΚΚΕ και των καταλήψεων – ένα κύμα που καταπλάκωσε τη δευτεροβάθμια εκπαίδευση εξαιτίας του λαϊκισμού και της ανοησίας του ΠΑΣΟΚ- τώρα, τον παρασύρει ένα αριστερίστικο κίνημα με υπερβολική ευρύτητα που αγκαλιάζει μια ποικιλία από γκρουπούσκουλα. Ο κ. Τσίπρας δεν θέλει να απογοητεύσει τους οπαδούς του, τα μέλη της αγέλης. Πιστεύω ότι βρίσκεται σε πολύ δύσκολη θέση, σε παγίδευση.
Πολλοί άνθρωποι – όχι το κοινό των social media το οποίο συμβουλεύονται τα κόμματα – έχουν αρχίσει να πιστεύουν ότι η δημοκρατία έχει ξεχειλώσει κι ότι νόμοι γίνονται αντικείμενο παρερμηνείας με αποτέλεσμα να αυτοαναιρούνται. Ήδη, η αριστερά, η οποία εκφράζει περίπου τον μισό πληθυσμό, προσπαθεί να καταλύσει τη δημοκρατία».