Χρόνος ανάγνωσης: 12 λεπτά
Του Ιωάννη Δ. Μπούγα *
Η Δημοκρατία οφείλει συνεχώς να αποδεικνύει ότι διαθέτει την ισχύ να αποτρέπει και τιμωρεί παραβάσεις των θεμελιωδών κανόνων της. Οι ερευνώμενες από τη Βουλή και τη Δικαιοσύνη υποθέσεις αθέμιτων παρεμβάσεων της εκτελεστικής εξουσίας στη Δικαστική, με βασικό σκοπό την ενοχοποίηση πολιτικών αντιπάλων, αλλά και τον προσπορισμό οικονομικών ωφελημάτων, στις οποίες φέρεται να έχουν πρωταγωνιστικό ρόλο κορυφαία στελέχη της προηγούμενης κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ, συνιστούν δοκιμασίες και προκλήσεις για τη Δημοκρατία μας.
Πρόκληση πρώτη η ολοκλήρωση των εργασιών της προανακριτικής επιτροπής. Όταν ξεκίνησαν οι εργασίες της πολλοί ήταν εκείνοι, που αμφέβαλαν ότι θα συνεχιστούν και ολοκληρωθούν με τρόπο θεσμικά ορθό.
Είναι αλήθεια ότι ορισμένοι επιχείρησαν να παρακωλύσουν το έργο της, με σκοπό να απομειώσουν το κύρος της για να μπορέσουν να απονομοποιήσουν και να αμφισβητήσουν τα συμπεράσματα και τις αποφάσεις της.
Απέτυχαν. Με αποφασιστικότητα αναζητήθηκε η αλήθεια, φωτίστηκαν κρίσιμες πτυχέςτων υποθέσεων, που δεν είχε αγγίξει η Δικαιοσύνη κι εξετάστηκαν πρόσωπα με κρίσιμο ρόλο, τα οποία εισέφεραν σημαντικότατες πληροφορίες και έγγραφα. Δεν επιτρέψαμε να φιμωθούν μάρτυρες και δώσαμε σε όλους και ιδίως στον ερευνώμενο τη δικονομική δυνατότητα να καταθέσουν τα γεγονότα.
Μπορεί κανείς να διαφωνεί με την πρόταση των βουλευτών της πλειοψηφίας για παραπομπή που διατυπώνεται στο πόρισμα της Επιτροπής. Ουδείς όμως που θα διαβάσει καλόπιστα το πόρισμα μπορεί να ισχυριστεί ότι δεν είναι αιτιολογημένο. Απαντά με πληρότητα και με βάση τα στοιχεία της δικογραφίας για κάθε κατηγορία και σε όλες τις ενστάσεις του ελεγχόμενου και των συνηγόρων του, που παρά την ένταση και υπερβολή που διατυπώθηκαν δεν φαίνεται να βρήκαν ανταπόκριση στον νομικό κόσμο.
Πρόκληση δεύτερη η απόδοση Δικαιοσύνης. Εφόσον η Βουλή παραπέμψει τον κ. Παπαγγελόπουλο, τον λόγο για τον ίδιο και τους συμμετόχους έχει η Δικαιοσύνη. Οι δικαστές ακολουθώντας τη φωνή της συνείδησής τους και οδηγούμενοι από την απροσωπόληπτη κρίση τους, οφείλουν να εξετάσουν κάθε πτυχή των υποθέσεων, που θα αχθούν ενώπιόν τους και να ερευνήσουν τη δράση των συμμετόχων, ακόμη κι αν πρόκειται για εν ενεργεία ή πρώην συναδέλφους τους, όσο ψηλά κι αν ίστανται και όσο επώδυνο είναι αυτό για τη Δικαιοσύνη.
Πρόκληση τρίτη η θεσμική ανασυγκρότηση της χώρας. Η κυβέρνηση πρέπει να λάβει μέτρα για τη θεσμική θωράκιση της πολιτείας, ώστε στο μέλλον να αποτραπούν παρόμοιες συμπεριφορές, που πλήττουν τη Δημοκρατία και κλονίζουν την εμπιστοσύνη των πολιτών στους θεσμούς. Μόνο έτσι θα ενισχυθεί και θα εμπεδωθεί η λειτουργία του Κράτους Δικαίου και, υποθέσεις που θεωρούνται άγος μπορεί να μεταβληθούν σε ευκαιρία για την ποιοτική αναβάθμιση της Δημοκρατίας μας.
* Το άρθρο δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα ΤΑ ΝΕΑ