Χρόνος ανάγνωσης: 3 λεπτά
Του Γιάννη Κοτόφωλου*
Η μεγάλη οικονομική κρίση που ξέσπασε την προηγούμενη δεκαετία και η κρίση που σήμερα επιτείνεται με τις παγωμένες οικονομίες εξαιτίας αυτής της φοβερής πανδημίας, αποκαλύπτουν πόσο γυμνή είναι υπό μία έννοια η σύγχρονη οικονομική σκέψη.
Κυβερνήσεις μικρών και μεγάλων χωρών, επιχειρήσεις, κεντρικές τράπεζες, εμπορικές τράπεζες, νοικοκυριά και πολίτες, δύο φορές μέσα σε μία δεκαετία, βρεθήκαμε εντελώς απροετοίμαστοι απέναντι σε καταστροφικά οικονομικά γεγονότα, ανεξαρτήτως των αφορμών που τα προκάλεσαν. Είναι τυχαίο; Δεν νομίζω.
Μάλλον καθίσταται προφανές ότι η οικονομική σκέψη δεν έχει εντάξει στις διόπτρες της τα σύγχρονα εκείνα στοιχεία, που θα την καθιστούν ικανή να προβλέπει εξελίξεις κολοσσιαίες, οι οποίες προδιαγράφονταιή μπορεί ενδεχομένως να εκδηλωθούν στο μέλλον και να ανατρέψουν το οικονομικό γίγνεσθαι.
Υπό αυτή την έννοια, οι οικονομολόγοι θα πρέπει να προχωρήσουν άμεσα στον εμπλουτισμό των εργαλείων τους και σεμία αναθεώρησητων έως τώρα δεδομένων. Σημαντική μάλιστα!
Στη σημερινή κρίση, που η αφορμή είναι εξωγενής, η οικονομική σκέψη δεν μπόρεσε να προβλέψει την πιθανότητα να παγώσουν κυριολεκτικά και η προσφορά παραγόμενων υπηρεσιών και η καταναλωτική ζήτηση από την άλλη πλευρά και το φαινόμενο αυτό να συμβεί σε παγκόσμια κλίμακα και να αποσαρθρώσει τις οικονομίες, ειδικότερα τις πλέον ανεπτυγμένες.
Στην προηγούμενη κρίση (κυρίως της Ευρωζώνης), οι οικονομολόγοι των διεθνών θεσμών, δεν είχαν καν φανταστεί ότι μπορεί ένας ισχυρός οικονομικός σεισμός να προέλθει μέσα από την καρδιά του συστήματος, δηλαδή από τις ίδιεςτις τράπεζες. Δεν είχαν καν διανοηθεί ότι το δημόσιο και το ιδιωτικό χρέος που διογκωνόταν τους καιρούς της ανάπτυξης, θα έφθανε σε εξαιρετικά επικίνδυνα όρια και θα γινόταν μπούμερανγκ.
Δεν είχαν σκεφθεί ότι μία ημέρα, με κάποια αφορμή, αυτή η «φούσκα» θα έσπαγε και οι συνέπειες θα ήταν οδυνηρές. Εάν το είχαν προβλέψει, δεν θα εμφανίζονταν εντελώς απροετοίμαστοι. Πιάστηκαν στον ύπνο τότε, ακόμη και οι πλέον αρμόδιοι και κατά τεκμήριο αξιόπιστοι οργανισμοί, η Ομοσπονδιακή Τράπεζα της Αμερικής και η Κεντρική Τράπεζα της Ευρώπης.
Στην τρέχουσα κρίση, ευτυχώς, η ΕΚΤ υπό την Κριστίν Λαγκάρντ, έχει ανταποκριθεί εγκαίρως σε σχέση με το παρελθόν. Και δύο φορές θα λέγαμε ευτυχώς, η ΕΚΤ έχει στηρίξει πολύ ουσιαστικά σήμερα την Ελλάδα, χάρη στους χειρισμούς του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη και την αξιοπιστία που ξανακέρδισε έτσι η χώρα.
Αυτά τα κέρδη του Κυριάκου Μητσοτάκη, είναι η πιο μεγάλη παρακαταθήκη για την οικονομική προοπτική της Ελλάδας μετά από την κρίση.
Διότι, από το φθινόπωρο και μετά, το πιθανότερο είναι να αλλάξουν αρκετά πράγματα στο οικονομικό περιβάλλον και η Ελλάδα θα πρέπει να παραμείνει ένας ελκυστικός πόλος επενδύσεων.
Οι οικονομολόγοι από την πλευρά τους θα πρέπει να μελετήσουν οπωσδήποτε τα «ακραία φαινόμενα» του καινούργιου αιώνα και να διαμορφώσουν πάλι τις συντεταγμένες του χάρτη των εφαπτόμενων οικονομιών. Δεν είναι λογικό να αιφνιδιαζόμαστε διαρκώς. Απαιτούνται διαφορετικές προσεγγίσεις, αναμφισβήτητα.
Για να βρεθεί η σύγχρονη οικονομική σκέψη μπροστά από τα γεγονότα και όχι να είναι ο ουραγός των εξελίξεων. Να διορθώσει τη μυωπική στρεβλή της θεώρηση και να συνδεθεί γόνιμα με την πολιτική. Δηλαδή με την πραγματική οικονομία και τις προκλήσεις της παγκοσμιοποίησης.
* Ο Γιάννης Κοτόφωλος είναι δημοσιογράφος στην εφημερίδα ΤΑ ΝΕΑ με καταγωγή από Δωρίδα