Χρόνος ανάγνωσης: 1 λεπτό
Της ΣΩΤΗΣ ΤΡΙΑΝΤΑΦΥΛΛΟΥ *
Η μετατόπιση των πολιτικών δηλώσεων από το μπαλκόνι στο ραδιόφωνο, από το ραδιόφωνο στην τηλεόραση κι από την τηλεόραση στα ηλεκτρονικά μέσα μού φαίνεται φυσική και εύλογη.
Το ότι εκτυλίσσεται, για παράδειγμα, δημόσιος διάλογος μέσω tweets έχει επιπλέον ενδιαφέρον διότι οι ιδέες και οι γνώμες πρέπει να διατυπωθούν με περιορισμό λέξεων. Αλλά το κάθε μέσο θέλει τον τρόπο του, αποκαλύπτει διαφορετικές πτυχές των ανθρώπων που το χρησιμοποιούν και τροφοδοτεί διαφορετικές ψευδαισθήσεις.
Η πρώτη είναι ότι, αν και μοιάζει να εκδημοκρατίζεται ο δημόσιος διάλογος, στην πραγματικότητα έχει δημιουργηθεί η ψευδαίσθηση ότι όλες οι γνώμες έχουν ίσο βάρος, ότι όλοι μπορούμε να εκφέρουμε γνώμη για όλα· ότι όλες οι γνώμες είναι «σεβαστές». Πράγμα που βεβαίως δεν ισχύει εφόσον δεν διαθέτουμε τις ίδιες γνώσεις και πληροφορίες. Όπως έγραφε ο Ουμπέρτο Έκο, πρέπει να είσαι εξοπλισμένος για να χρησιμοποιήσεις το Διαδίκτυο· είναι σαν ένα πολύ γρήγορο αυτοκίνητο που αν δεν ξέρεις να το οδηγείς, πέφτεις στον τοίχο και τσακίζεσαι.
Το Διαδίκτυο και οι πληροφορίες που κυκλοφορούν στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης διαμορφώνουν συχνά μια παράλληλη πραγματικότητα όπου οι χρήστες, χωρίς να εμβαθύνουν σε ένα θέμα, αποκτούν την εντύπωση ότι είναι ενημερωμένοι μέσω των clickbaits, τα οποία δεν είναι τίποτ’ άλλο παρά δολώματα για τη διαφήμιση.
Εκτός από την εξισωτική λειτουργία των social media που υποβαθμίζει τους ειδήμονες, ανάγοντας τον καθένα μας σε ειδήμονα, δημιουργούν μια δεύτερη ψευδαίσθηση: την ψευδαίσθηση της δημοσιότητας. Πολλοί άνθρωποι, όχι μόνο οι διάσημοι influencers, είναι γνωστοί στην πόλη τους ή στη χώρα τους, επειδή κάτι σκαρώνουν καθημερινά στο κυβερνοδιάστημα, επειδή μιλάνε, γράφουν σχόλια, φωτογραφίζονται ― αλλά δεν δημιουργούν κάποιο έργο που να θέτουν στην κρίση μας.
Πολλοί άνθρωποι είναι διάσημοι επειδή εκτίθενται διαρκώς με δική τους πρωτοβουλία. Κι εδώ μπαίνει το τρίτο ζήτημα, εκείνο της προστασίας της προσωπικής ζωής και της αξιοπρέπειας.
Ενώ μέχρι τώρα η ευρέως αποδεκτή ηθική αξία ήταν μάλλον η περιχάραξη της προσωπικής ζωής, τις τελευταίες δεκαετίες μέσω των ηλεκτρονικών διαύλων που κυριαρχούν στον δημόσιο χώρο, οι άνθρωποι αποκαλύπτουν όλα όσα τους αφορούν, εξωραΐζοντας φυσικά την εικόνα και τα πεπραγμένα τους. Εκτίθενται δημοσίως προκειμένου να αντλήσουν συμπάθεια, θαυμασμό και φθόνο. Έτσι, έχει διαμορφωθεί ένα κοινό που στρέφεται γύρω από τον εαυτό του: εγώ, εμένα, δικό μου· που νομίζει ότι αποτελεί το κέντρο του σύμπαντος.
Αλλά μιας και ό,τι κάνουμε μάς χαρακτηρίζει, ο ηλεκτρονικός κόσμος μπορεί να βγάλει στην επιφάνεια όλες μας τις αδυναμίες: καμιά φορά όταν διαβάζω tweets πολιτικών προσώπων, διαπιστώνω την προχειρότητα, την αγραμματοσύνη, την έλλειψη κοινωνικής αγωγής, ακόμα και την ηλιθιότητα. Πιθανώς αυτές οι ιδιότητες δεν θα ήταν τόσο φανερές αν δεν συνέβαινε η εν λόγω υπερέκθεση στα social media.
Στο μεταξύ, εξαιτίας της ηλεκτρονικής δημοσιογραφίας (η δημοσιογραφία έχει διευκολυνθεί τόσο ώστε μπορεί να την ασκήσει κουτσά-στραβά οποιοσδήποτε), οι έντυπες εφημερίδες παρακμάζουν. Ίσως πρέπει να τροποποιήσουν την αποστολή τους: οι βασικές ειδήσεις μπορούν να περιληφθούν μόνο σε μια στήλη, όπως κάνουν οι New York Times· στις υπόλοιπες σελίδες θα περίμενε κανείς εμβάθυνση της επικαιρότητας, χώρο για τις ιδέες ― όχι τη μίμηση του διαδικτυακού λόγου που βασίζεται στις συνοπτικές ειδήσεις, στις γρήγορες συνεντεύξεις, σ’ αυτή την επιφανειακή διαδρομή στην επικαιρότητα που μαρτυρεί η παλιά λέξη «σερφάρω».
Λέμε συχνά ότι όλα είναι ζήτημα παιδείας. Η παιδεία δεν ακολουθεί την τεχνολογία: την τεχνολογία δημιουργούν φωτεινά μυαλά με υψηλή εξειδίκευση αλλά τη χρησιμοποιούμε όλοι· ο καθένας με τον τρόπο του. Το αποτέλεσμα είναι να αναδεικνύονται μέσω αυτής τα χειρότερα χαρακτηριστικά μας: η αμάθεια, η κακεντρέχεια, η κομπορρημοσύνη· το αντιπαθητικό προφίλ του αντικοινωνικού ξερόλα.
* Η Σώτη Τριανταφύλλου είναι ιστορικός, συγγραφέας με καταγωγή από τη Δωρίδα