Χρόνος ανάγνωσης: 4 λεπτά
Του Γιάννη Κοτόφωλου*
Η κρίση της πανδημίας επιτείνει τον ανταγωνισμό για την παγκόσμια ηγεμονία και θα προκαλέσει πιθανότατα νέες προστριβές, εντάσεις και ρήξεις μεταξύ των υπερδυνάμεων.
Τα μεγάλα τραύματα που η κρίση επέφερε στις οικονομίες, σε συνδυασμό με τη σοβαρή αποδυνάμωση των Ηνωμένων Πολιτειών, την έλλειψη ενιαίας στρατηγικής και τη διαρκή ομφαλοσκόπηση της Ευρώπης, οδηγούν στο συμπέρασμα ότι η Κίνα θα είναι η πλέον κερδισμένη δύναμη, σε αυτό το άγριο παιγνίδι των γεωπολιτικών ανακατατάξεων.
Η Ευρώπη είναι σχεδόν αδύνατο να διαμορφώσει μία ενιαία και αποφασιστική πολιτική, ακόμη και μέσα σε αυτή την περιδίνηση της κρίσης και της βαθιάς ύφεσης που θα διέλθουν φέτος οι οικονομίες της.
Για το επόμενο εξάμηνο, οκτάμηνο ή και δωδεκάμηνο μπορεί, τα πράγματα στην οικονομία θα είναι πολύ δύσκολα. Κλάδοι θα γονατίσουν κυριολεκτικά και πολλά εκατομμύρια θέσεις εργασίας θα χαθούν άμεσα.
Κι όμως, σε αυτή την κρίσιμη καμπή, αντί η Ευρώπη να επιλύσει πάραυτα τα θέματα μίας στοιχειώδους οικονομικής διακυβέρνησης και να διαμορφώσει τη στρατηγική για τη διάσωση και την ανάκαμψη, βρίσκεται περισσότερο από ποτέ άλλοτε πολιτικά κατακερματισμένη.
Επί της ουσίας, αναποτελεσματική σε συλλογικό επίπεδο, απέναντι σε έναν τόσο μεγάλο υπερεθνικό κίνδυνο. Η Ευρώπη, μεσοπρόθεσμα, μάλλον θα αποδειχθεί ο περισσότερο χαμένος παίκτης στον διεθνή ανταγωνισμό, εάν δεν κάνει το άλμα υπέρβασης στις εσωτερικές της αντιθέσεις (βλέπε Γερμανία κ.λ.π.).
Οι Ηνωμένες Πολιτείες, ιδίως στην τρέχουσα περίοδο, χάνουν τους πόντους της αξιοπιστίας και της επιρροής τους στο διεθνές περιβάλλον, με εντυπωσιακό ρυθμό και αυτό είναι το πλέον αξιοσημείωτο.
Η κρίση της πανδημίας έριξε φώς σε απίστευτες έως τώρα αδυναμίες του συστήματος, αλλά και του ανθρώπου που κρατά το τιμόνι διακυβέρνησης της χώρας. Η κρίση από-νομιμοποίησε την αδιαφιλονίκητη άλλοτε ηγεσία του δυτικού κόσμου και των παγκόσμιων εξελίξεων. Αυτό είναι ίσως το πιο σημαντικό για τη συνέχεια.
Η Αμερική, με τον Τράμπ, απώλεσε σημαντικό κομμάτι απο το ρόλο και το κύρος της, ως διεθνής παράγων ευθύνης, εμπιστοσύνης και σταθερότητας κατά κανόνα. Τα προβλήματα που δημιουργούνται στην οικονομία της και παράλληλα το γεγονός ότι έχει εισέλθει σήμερα στην καρδιά μίας σκληρής προεκλογικής περιόδου, θα οξύνουν τις αβεβαιότητες και τις ανασφάλειες.
Η Κίνα, έτσι, εμφανίζεται να είναι ο πλέον κερδισμένος σε αυτή τη διεθνή κούρσα ισχύος και όσο οι ανισορροπίες αυτές θα διαιωνίζονται (στις ΗΠΑ και την Ευρώπη), η Κίνα θα διευρύνει σταθερά και αποφασιστικά τη δική της εμβέλεια και επιρροή.
Εκτός του ότι είναι μία δικτατορία που λαμβάνει τις αποφάσεις συγκεντρωτικά και γρήγορα, η ασιατική υπερδύναμη είναι και στην πλεονεκτικότερη οικονομική και τεχνολογική θέση, για να διεισδύσει στην Ευρώπη με τεράστια επενδυτικά project.Επενδύοντας σε υποδομές, δίκτυα και ψηφιακή τεχνολογία.
Να ελέγξει δηλαδή τους πιο κρίσιμους αρμούς για την ανάπτυξη (αλλά και τον έλεγχο) των ευρωπαϊκών οικονομιών, τις επόμενες δεκαετίες. Αγοράζοντας μάλιστα, μέσα στην ύφεση που βυθιζόμαστε, πολύ φθηνά assets.
Και εάν η Γερμανία άλλαξε τη νομοθεσία της, για να αντιμετωπίσει μία τέτοια οικονομική επίθεση από την Κίνα, δεν θα το κάνουν ωστόσο πολλές άλλες χώρες της Ευρώπης, οι οποίες διψούν πραγματικά για νέες μεγάλες επενδύσεις.
* Ο Γιάννης Κοτόφωλος είναι δημοσιογράφος στην εφημερίδα ΤΑ ΝΕΑ με καταγωγή από τη Δωρίδα