Χρόνος ανάγνωσης: 4 λεπτά
Η εικόνα και τα πολιτικά μηνύματα τα οποία προβάλλονται στην Ελλάδα ενόψει των ευρωεκλογών του 2019, παρουσιάζουν αρκετές ομοιότητες, σε σύγκριση με τις αντίστοιχες εκλογές του 2014, αλλά και ορισμένες ηχηρές διαφορές εκ μέρους των μεγάλων κομμάτων που προσδιορίζουν τις τύχες του τόπου.
Η εξέλιξη είναι σαφώς προς το καλύτερο, όσον αφορά τον ευρωπαϊκό προσανατολισμό της χώρας, αλλά παρατηρείται ακόμη μεγάλη αναντιστοιχία στις πολιτικές πρακτικές που ακολουθούνται στο εσωτερικό πεδίο δράσης. Εκεί την Ευρώπη την ξεχνάμε !
Με άλλα λόγια υπάρχει μία σύγκλιση σημαντική σε βασικές για την επιβίωση της Ελλάδας επιλογές, αλλά δεν υπάρχει η ωριμότητα του κομματικού συστήματος για τη συναίνεση και την εκπόνηση ενός σχεδίου οικονομικής ανασυγκρότησης
Η πρώτη πολύ σημαντική διαφορά, μεταξύ αυτών των πέντε χρόνων από τις προηγούμενες ευρωεκλογές, είναι ότι το κυβερνών κόμμα και ο Αλέξης Τσίπρας αναγκάστηκαν να πραγματοποιήσουν μία θεαματική στροφή εκατό ογδόντα μοιρών, προς όφελος ασφαλώς του τόπου.
Από τα ανιστόρητα και καταστροφικά σενάρια κατά της Ευρώπης, κατά των ευρωπαϊκών θεσμών και της Αγκελα Μέρκελ, το σημερινό κυβερνών κόμμα δηλώνει με κάθε τρόπο την πίστη του στο Βερολίνο και τις Βρυξέλλες, σε συνδυασμό πάντα με την προσήλωση που επιδεικνύει και προσωπικά ο πρωθυπουργός στην πολιτική των Ηνωμένων Πολιτειών στην περιοχή.
Πρόκειται για μία κρίσιμη εξέλιξη, με δεδομένο ότι στην Ελλάδα και τα δύο μεγάλα κόμματα ταυτίζονται πλέον με την προοπτική της ενωμένης Ευρώπης και το εκφράζουν ευθαρσώς, όπως συμβαίνει και με το τρίτο κατά σειρά κόμμα που καλύπτει τον χώρο της κεντροαριστεράς.
Το γεγονός ότι η συντριπτική πλειοψηφία της πολιτικής τάξης στην Ελλάδα είναι σήμερα ανοικτά φιλο-ευρωπαϊκή, δημιουργεί: πρώτον, προϋποθέσεις διόρθωσης τραγικά εσφαλμένων εντυπώσεων εις βάρος της Ευρώπης και δεύτερον, προϋποθέσεις ανάκτησης της χαμένης αξιοπιστίας από τους ευρωπαίους εταίρους και τη διεθνή οικονομική κοινότητα.
Δεν υπάρχει πλέον η παιδαριώδης ρητορική περί επιστροφής στη δραχμή ή η δηλητηριώδης προπαγάνδα, ότι για την χρεοκοπία της χώρας ευθύνεται η Ευρωπαϊκή Ένωση και το ευρώ !
Αυτή είναι μία καθοριστική αλλαγή σε σύγκριση με το 2014. Όπως και το γεγονός, επίσης, ότι τα δύο μεγάλα κόμματα αντιμάχονται την αναβίωση των εθνικιστικών αντιλήψεων και των διακρίσεων εις βάρος των μεταναστών ή των ανοικτών κοινωνιών, όπως μεθοδεύονται από τις αντιδημοκρατικές δυνάμεις εντός των τειχών.
Είναι πολύ χαρακτηριστική η στάση του Κυριάκου Μητσοτάκη απέναντι στον επικίνδυνο για τις θεμελιώδεις αξίες της Ευρώπης, της δικαιοσύνης και της δημοκρατίας, Βίκτορ Ορμπάν.
Αυτά, ωστόσο, αποτελούν τη μία όψη του νομίσματος. Γιατί υπάρχει και η άλλη πλευρά, η οποία δεν μας κολακεύει καθόλου ως κοινωνία, μετά από δέκα ολόκληρα χρόνια επώδυνης κρίσης.
Στην πολιτική δεν έχει σημασία τόσο το τι δηλώνεις, αλλά κυρίως το τι πράττεις. Και ενώ είναι άκρως απαραίτητο να βρίσκεται η Ελλάδα στην καρδιά της Ευρώπης, σαν στρατηγική επιλογή ασφάλειας και προστασίας στον σημερινό ταραγμένο κόσμο, είναι αδιανόητο και πολύ άδικο για τους Έλληνες, να παραμένει από την άλλη ο πιο αδύναμος οικονομικός κρίκος όλου του οικοδομήματος και να παρακολουθεί τις εξελίξεις από τη θέση του φτωχού συγγενή.
Ο μόνος τρόπος για να αλλάξεις τα μείζονα προβλήματα, είναι να γίνει η ελληνική οικονομία πιο παραγωγική, πιο ανταγωνιστική, να προσελκύσει μεγάλες ξένες επενδύσεις και να δείξει φιλικότητα στην επιχειρηματικότητα. Χρειάζεται η κατάλληλη κουλτούρα συνεργασίας, μία σύγχρονη παιδεία και μία ικανή διοικητική μηχανή.
Οι φθηνοί πολιτικοί ανταγωνισμοί και οι πρόχειρες υποσχέσεις στο εκλογικό ακροατήριο, όπως συνέβαινε το 2014 και όπως δυστυχώς συμβαίνει και τώρα στο εσωτερικό, όχι μόνο δεν βοηθούν, υπονομεύουν κιόλας την αναβάθμιση της οικονομίας και την προσπάθεια να αποτελέσει ο τόπος αναπόσπαστο κομμάτι του πυρήνα της Ευρώπης. Με ότι αυτό συνεπάγεται για την ανάπτυξη, την αύξηση των εισοδημάτων και των θέσεων εργασίας.
*Ο Γιάννης Κοτόφωλος είναι δημοσιογράφος στην ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ με καταγωγή από την Δωρίδα