Χρόνος ανάγνωσης: 1 λεπτό
Του Γιάννη Κοτόφωλου*
Από τον προσεχή μήνα αρχίζει για την Ευρώπη ένας ιδιότυπος εκλογικός κύκλος, ενόψει των ευρωεκλογών που θα διεξαχθούν τον Μάιο του 2019. Θα επισημάνει κανείς ότι απομένουν έως τότε άλλοι δεκατρείς μήνες, αλλά το διάστημα δεν είναι μεγάλο εάν αναλογιστεί κανείς τα φλέγοντα πολιτικά ζητήματα που έχει σε εκκρεμότητα η Ευρώπη.
Είναι κατ ουσία προβλήματα που συνδυάζονται άμεσα με την περαιτέρω ενοποίηση, τη συνεννόηση μεταξύ των εθνικών κρατών και τη μεταφορά εθνικών εξουσιών, για να μπορέσει η Ευρώπη να ανταποκριθεί στον παγκόσμιο οικονομικό και γεωπολιτικό ανταγωνισμό. Είναι κατ ουσία τα προβλήματα που τροφοδοτούν τον λαϊκισμό, όσο παραμένουν ανοικτά και οξύνουν τις εσωτερικές αντιθέσεις της ευρωπαϊκής οικογένειας, υπό την πίεση ενός κόσμου που αλλάζει ραγδαία.
Το πρώτο μείζον πρόβλημα αποτελεί το μεταναστευτικό, το οποίο έχει σχεδόν διχάσει την Ευρώπη, τη δυτική πλευρά με την ανατολική, τις παραδοσιακές χώρες του ευρωπαϊκού κέντρου με τις νεότερες της διεύρυνσης που αντιδρούν έντοναστα ρεύματα της μετανάστευσης.
Η ίωση της ξενοφοβίας έχει αρχίσει να μεταδίδεται και να υπονομεύει ωστόσο και τα ισχυρότερα κράτη μέλη της κοινότητας και αυτό είναι το πλέον ανησυχητικό, με δεδομένο ότι η ανεργία παραμένει και μετά την κρίση σε ανεπίτρεπτα υψηλά επίπεδα για την μεταπολεμική ιστορία της Γηραιάς Ηπείρου.
Κοντολογίς, η Ευρώπη θα πρέπει να λειτουργήσει πολύ σοβαρά και να διαμορφώσει μία ενιαία μεταναστευτική πολιτική, παράλληλα φυσικά με τους μηχανισμούς που θα την επιβάλουν. Είναι αυτοκαταστροφικό να παραμένει αδρανής ουσιαστικά έχοντας δίπλα της τα πολεμικά μέτωπα της ασιατικής ηπείρου, που γεννούν τις μετακινήσεις του πληθυσμού.
Οι αλλεπάλληλες πολεμικές συγκρούσεις και οι γεωπολιτικές ανατροπές που σημειώνονται σήμερα, απαιτούν να συμπεριφερθεί και η Ευρώπη σαν μία μεγάλη δύναμη, ασφαλώς ενιαία για να το επιτύχει, που σημαίνει κοινή εξωτερική πολιτική και πολιτική άμυνας για να θεμελιωθεί βάσιμα η προοπτική της επιβίωσης. Αυτό είναι το δεύτερο μεγάλο και επείγον πρόβλημα.
Η Ευρώπη χρειάζεται να σταθεί στα πόδια της και να ξεκαθαρίσει στρατηγικά τους στόχους και τις συμμαχίες της. Χρειάζεται σύμπτυξη δυνάμεων, ενιαίος στρατός και ενιαία αμυντική βιομηχανία.
Ο επαναπροσδιορισμός στόχων και η ανάγκη της ενιαίας εξωτερικής πολιτικής επιβάλλεται πλέον μετά το ανταγωνιστικό ρήγμα με τις Ηνωμένες Πολιτείες του Τράμπ και τη διαρκώς αναπτυσσόμενη ιμπεριαλιστική επιθετικότητα της Ρωσίας του Πούτιν.
Εάν υπολογίσει κανείς ότι, μετά από το Brexit, η Ευρώπη χάνει και μία από τις δύο χώρες που αποτελούν ισχυρές πυρηνικές δυνάμεις (Βρετανία και Γαλλία), συνειδητοποιεί πόσο αναγκαία και πόσο κρίσιμη γίνεται η υπόθεση της ενιαίας εξωτερικής και αμυντικής πολιτικής.
Ακολουθεί βεβαίως το τρίτο φλέγον ζήτημα, η περαιτέρω οικονομική ενοποίηση. Μιλάμε για πολύ λεπτές ισορροπίες που θα πρέπει να επιτευχθούν με ισχυρή πολιτική θέληση από την πλευρά κυρίως της Γερμανίας και της Γαλλίας. Υπάρχουν αρκετά θέματα μπροστά, αλλά χρόνος απεριόριστος δεν υπάρχει. Ειδικά για τις περισσότερο τραυματισμένες και περισσότερο χρεωμένες χώρες του ευρωπαϊκού νότου, όπως κατέδειξαν και οι πρόσφατες εκλογές στην Ιταλία…
Θα πρέπει να επιταχυνθούν κατ αρχάς οι διαδικασίες για την τραπεζική ένωση, γιατί χωρίς καθαρές και ισχυρές τράπεζες δεν μπορεί να ευελπιστείς σε σημαντική και μακρόχρονη ανάπτυξη και κατά δεύτερο λόγο να προχωρήσουν οι αποφάσεις για τη δημοσιονομική ένωση.
Σαφώς υψηλότερος κοινοτικός προϋπολογισμός, για να ενισχυθούν οι υποδομές ανάπτυξης, οι θέσεις απασχόλησης, η έρευνα και η καινοτομία,αλλά και (σταδιακά) ενιαίοι συντελεστές φορολόγησης των κερδών των επιχειρήσεων για όλατα κράτη μέλη.
Είναι κολοσσιαία θέματα όλα που προσδιορίζουν την ταυτότητα αλλά και το μέλλον κυριολεκτικά της Ευρώπης. Από τη θετική εξέλιξη αυτών των υποθέσεων η πλέον κερδισμένη χώρα θα είναι εξάλλου η Ελλάδα. Επειδή η Ελλάδα είναι αυτή που εξακολουθεί να πλήττεται και στα τρία αυτά καυτά μέτωπα των κρίσεων: Οικονομία, Άμυνα και Μεταναστευτικό.