Ένας νόμος τομή για την προστασία της φύσης και την ανάδειξή της σε παράγοντα ανάπτυξης – Η σημασία του για τη Φωκίδα
Χρόνος ανάγνωσης: 1 λεπτό
Άρθρο του Ηλία Κωστοπαναγιώτου, Βουλευτή Φωκίδας ΣΥΡΙΖΑ
Ψηφίστηκε πριν μερικές μέρες στη Βουλή το νομοσχέδιο του Υπουργείου Περιβάλλοντος για την οργάνωση και λειτουργία Φορέων Διαχείρισης Προστατευόμενων Περιοχών. Προηγήθηκε ευρεία διαβούλευση με τοπικούς φορείς, κατοίκους και οργανώσεις. Το νομοσχέδιο συμβάλλει στην προστασία, αξιοποίηση και ανάπτυξη των προστατευόμενων περιοχών Natura, υλοποιώντας πάγια αιτήματα κοινωνικών και οικολογικών κινημάτων.
Να σημειωθεί ότι μόλις τον περασμένο Δεκέμβρη εκδόθηκε ΚΥΑ, για την αναθεώρηση των περιοχών Natura 2000, οι οποίες ανέρχονται πλέον σε 446. Ας θυμηθούμε επίσης, πως με το προηγούμενο καθεστώς, μόλις 89 περιοχές, δηλαδή το 27% καλύπτονταν από φορείς διαχείρισης, ενώ το 2013 επιχειρήθηκε η κατάργηση των φορέων και η απόλυση όλου του προσωπικού. Σε αντίθεση με αυτήν την εικόνα προκλητικής εγκατάλειψης, αδιαφορίας και επιθετικότητας, σήμερα, για πρώτη φορά θα διατεθούν 4 εκατομμύρια ευρώ για τους Φορείς Διαχείρισης Προστατευόμενων Περιοχών.
Παράλληλα, η Κυβέρνηση δημιούργησε την Διεύθυνση για τη βιοποικιλότητα, διεκδίκησε επιπλέον πόρους από την Ευρώπη και πέτυχε το πρώτο Ολοκληρωμένο Πρόγραμμα για τη Φύση στην Ελλάδα, προϋπολογισμού 17 εκατομμυρίων ευρώ. Τέλος, οι εργαζόμενοι στους φορείς παραμένουν στις θέσεις τους και από το 2019 θα τελειώσει και η μακροχρόνια ομηρία τους με την προκήρυξη θέσεων αορίστου χρόνου.
Ο νέος νόμος έχει ιδιαίτερη αξία και για τη Φωκίδα γιατί:
1) μετά την ένταξη του Κορινθιακoύ κόλπου στο Δίκτυο Natura τον Δεκέμβριο, ιδρύεται ο αντίστοιχος Φορέας Διαχείρισης. Ενδεικτικά, όσον αφορά στον Φορέα του Κορινθιακού, από τον νομό μας εκτός από τη θαλάσσια ζώνη ανήκει και η ευρύτερη περιοχή Γαλαξιδίου με έκταση 12.157 εκτ, και η παραλιακή ζώνη Ναυπάκτου Ιτέας με 10.637 εκτ
2) ο Παρνασσός, η Οίτη, η Γκιώνα και τα Βαρδούσια περιλαμβάνονται σε μεγάλο μέρος τους στους φορείς διαχείρισης, δικαιώνοντας το πάγιο αίτημα της τοπικής κοινωνίας. Ο Φορέας Διαχείρισης Παρνασσού επεκτείνεται σε 6 περιοχές: στην κατηγορία ΖΕΠ (Ζώνες Ειδικής Προστασίας) έχει τις κορυφές της Γκιώνας, τη Ρεκά, το Λαζόρεμα, και τη Βαθειά Λάκκα σε έκταση 10.399 εκτ, τα Βαρδούσια σε έκταση 24.789 εκτ, τον Παρνασσό 34384 εκτ., ενώ σε ΕΖΔ (Ειδικές Ζώνες Διατήρησης) την Γκιώνα με 21.879 εκτ., Βαρδούσια 19.373 εκτ, Παρνασσό 18.663 εκτ.
Τέλος, πρέπει να τονιστεί ότι ο νόμος δίνει έμφαση στην συμμετοχή των τοπικών κοινωνιών (υπάρχει πρόβλεψη για πλειοψηφική συμμετοχή κατοίκων, της Αυτοδιοίκησης, εκπροσώπων παραγωγών και περιβαλλοντικών οργανώσεων στα ΔΣ των Φορέων) και διέπεται από μια σύγχρονη αντίληψη – φιλική προς το περιβάλλον, αλλά και την επιχειρηματικότητα – που αποτυπώνει ένα ρεαλιστικό σχέδιο για αειφόρο ανάπτυξη.
Για πρώτη φορά ξεκαθαρίζεται ότι οι φορείς πρέπει να έχουν αναπτυξιακό χαρακτήρα, να συνδέονται με τα τοπικά προϊόντα (και η Φωκίδα έχει εξαιρετικά τοπικά προϊόντα), την τοπική εργασία και να έχουν δυνατότητα να προσελκύουν και να δημιουργούν πόρους. Πλέον θα υπάρχει η δυνατότητα να γίνει σε τοπικό επίπεδο σχεδιασμός που να εγγυάται την προστασία των περιοχών και την ανάδειξη των συγκριτικών τους πλεονεκτημάτων.
Η υλοποίηση προοδευτικών, αναπτυξιακών και φιλοπεριβαλλοντικών πολιτικών, σε έναν νομό όπως η Φωκίδα που στηρίζεται μεν στον πρωτογενή τομέα αλλά έχει παγκόσμια εμβέλεια και προσελκύει επισκέπτες από όλη την Ελλάδα και το εξωτερικό, είναι βασική προϋπόθεση ανάπτυξης.
Τέλος όπως ανέφερε ο αναπληρωτής υπουργός Περιβάλλοντος Σωκράτης Φάμελλος κατά τη συζήτηση στη Βουλή: «Είναι ένα προοδευτικό νομοσχέδιο, το οποίο αναγνωρίζει ότι το περιβάλλον είναι παράμετρος ανάπτυξης, έχει μια ιδιαίτερη διάσταση αποκέντρωσης, υποστηρίζει την περιφερειακή ανάπτυξη και όχι τον αθηνοκεντρισμό και τα λόμπι των μεγάλων εργολάβων που στήριζαν οι προηγούμενες κυβερνήσεις, έχει έντονη τη διάσταση του δημοκρατικού προγραμματισμού, αναγνωρίζει την αξία της συμμετοχής των τοπικών κοινωνιών στη διαχείριση των τοπικών υποθέσεων, στηρίζει και ενισχύει την εργασία στο περιβάλλον και στους φορείς και δίνει ουσιαστικά κοινωνικά εργαλεία κοινωνικής συμμετοχής και συναπόφασης»