Χρόνος ανάγνωσης: 4 λεπτά
«Επιστροφή στο σπίτι» μπορεί κατά κάποιο τρόπο να χαρακτηριστεί η εποχή που ξεκινάει για τις ευρωπαϊκές τράπεζες, μετά την εκρηκτική περίοδο της εξάπλωσης των τραπεζών από τη μία άκρη του πλανήτη στην άλλη, στο ρυθμό και τις επιταγές έως τώρα της παγκοσμιοποίησης.
Η τάση αυτή, των δύο προηγούμενων δεκαετιών, φαίνεται να παίρνει τώρα αντίστροφη κατεύθυνση, ως αποτέλεσμα της παρατεταμένης κρίσης και της συνεπακόλουθης ανάγκης των ευρωπαϊκών τραπεζών για κεφάλαια.
Η ανάγκη για άντληση νέων κεφαλαίων γενικώς δεν ευνοεί την πιστωτική επέκταση και αυτό δεν είναι ένα θετικό στοιχείο, τόσο για την προοπτική των οικονομιών στο άμεσο μέλλον, όσο όμως και για την πορεία των ίδιων των τραπεζών και της κερδοφορίας τους βραχυπρόθεσμα.
Το γεγονός επίσης ότι στην Ευρώπη η έξαρση του εθνικισμού και του λαϊκισμού δημιουργεί ένα όχι και πολύ γόνιμο έδαφος για την πραγματοποίηση επενδύσεων και την ανάπτυξη των οικονομιών σχετικά άμεσα, το παιχνίδι με τις τράπεζες περιπλέκεται λίγο περισσότερο.
Μιλάμε μάλλον για τρία ή τέσσερα χρόνια που θα κινηθούν οι τράπεζες με μεγαλύτερη εσωστρέφεια παρά εξωστρέφεια, με αναδιοργάνωση και ενασχόληση των χρηματοπιστωτικών μηχανών κυρίως με τα του οίκου τους… Ετσι δείχνουν τα πράγματα !
Στην Ελλάδα, μπορεί η χρεοκοπία του κράτους να παρέσυρε στην πτώση και τις εγχώριες τράπεζες, στην Ευρώπη γενικότερα όμως, οι εξελίξεις ήταν από την αντίθετη φορά προερχόμενες, καθώς την κρίση την προκάλεσαν οι αδυναμίες ελέγχου και τα μεγάλα επενδυτικά και πιστωτικά ανοίγματα των διεθνών και ευρωπαϊκών τραπεζικών ομίλων.
Αυτές οι οικονομικές πληγές είναι προφανές ότι ακόμη δεν έχουν επουλωθεί (βλέπε χαρακτηριστικά και την περίπτωση Deutsche Bank) και τώρα, υπό μία έννοια, καταστρώνεται η θεραπευτική νέα αρχιτεκτονική, με πολύ είναι η αλήθεια όμως συντηρητισμό, για να μπορέσει να ισχυριστεί κανείς ότι οι ευρωπαϊκές τράπεζες θα μπορέσουν εύκολα στο εξής να αποτελέσουν τα δυνατά μοτέρ της πολυπόθητης οικονομικής ανάπτυξης, τουλάχιστον για τα επόμενα δύο, τρία ή τέσσερα χρόνια.
Αυτό είναι ένα σημαντικό θέμα για την ενίσχυση των επιχειρήσεων, για την πιο άμεση προοπτική των ευρωπαικών οικονομιών, αλλά και τις ιδιαιτερότητες (ή τις διαφορετικές προτεραιότητες) που μπορεί και πρέπει να έχει κάθε χώρα ξεχωριστά.
Οι τράπεζες λειτουργούν ανά τον κόσμο στηριζόμενες πάνω σε δύο θεμελιώδεις άξονες, ο πρώτος είναι ότι αποτελούν επιχειρήσεις που πρέπει να αποδίδουν και ο δεύτερος ότι αποτελούν τους βασικούς αιμοδότες των σύγχρονων οικονομιών.
Αυτή η σχέση ισορροπίας θα πρέπει κατά το δυνατόν πάντα να διατηρείται σε υψηλό βαθμό για τη σταθερότητα αλλά και την οικονομική πρόοδο των κοινωνιών. Εάν σήμερα, περισσότερο από ποτέ, κάποιος έχει ανάγκη αυτόν τον γόνιμο κανόνα, αναμφισβήτητα είναι η Ευρώπη!
Επανερχόμενοι ωστόσο στη διεθνή τάση των πραγμάτων, να υπογραμμίσουμε ότι στο πλαίσιο της επανα-συγκέντρωσης των τραπεζών γύρω από το «εθνικό» τους κέντρο και με βάση την ανάγκη τους για ενίσχυση κεφαλαίων τα προσεχή δύο χρόνια, οι ευρωπαϊκές τράπεζες θα οδηγηθούν γρήγορα και σε μεγάλες περικοπές κόστους (προφανώς και μείωσης προσωπικού).
Εκεί τις ωθεί η απαίτηση των επενδυτών για την κερδοφορία, με δεδομένη την πρόβλεψη ότι τα επιτόκια θα παραμείνουν τα προσεχή χρόνια χαμηλά.
* Ο Γιάννης Κοτόφωλος είναι δημοσιογράφος στην ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ, με καταγωγή από την Δωρίδα