Please ensure Javascript is enabled for purposes of website accessibility

- Διαφήμιση -

Mπουρκίνι στη θάλασσα

- Διαφήμιση -

Χρόνος ανάγνωσης: 7 λεπτά

Η μάζα των δοσίλογων ενθαρρύνει τις προκλήσεις εναντίον της νεωτερικότητας και υπέρ του σκοταδισμού
 

Της Σώτης Τριανταφύλλου *
                                          
Κάθε φορά που απειλείται η ακεραιότητα της Γαλλίας, διαμορφώνεται μια μάζα δοσιλόγων που απεργάζονται την καταστροφή της.

Στον πόλεμο των Εκατό Ετών ήταν οι Μπουργκινιόν, στην αρχή της βασιλείας του Λουδοβίκου XIV ήταν οι εξεγερμένοι της Σφενδόνας, στη διάρκεια της Γαλλικής Επανάστασης οι πρωσόφιλοι εμιγκρέδες από το Κόμπλετς, στον Β΄ παγκόσμιο πόλεμο οι υποστηρικτές του καθεστώτος του Βισύ και των Γερμανών, στους αντιαποικιακούς αγώνες ήταν όσοι αποθέωσαν τους πιο φανατικούς εθνικιστές που, στη συνέχεια, προκάλεσαν ανεπανόρθωτες βλάβες στις απο-αποικιοποιημένες τους πατρίδες.

Σήμερα, η μάζα των δοσιλόγων συντίθεται από άτομα και ομάδες που παραδοσιακά χαρακτηρίζουν δοσιλόγους τους εχθρούς τους – ποτέ τον εαυτό τους.

Στη Γαλλία η μαχητική τους ρητορική είναι υπονομευτική: ευθύνεται για τον εξισλαμισμό που προχωρεί σαν γάγγραινα, εξασθενώντας τους δημοκρατικούς θεσμούς κι αποτελώντας αναπόδραστη καθημερινή εμπειρία.

Οι άνθρωποι αυτοί –από ένα μέρος του Σοσιαλιστικού Κόμματος (με επικεφαλής τον Z.-K. Kαμπαντελίς) μέχρι το άκρο του αριστερού φάσματος– διαχωρίζουν τους μουσουλμάνους από το Ισλάμ, κηρύσσουν την «αρμονική συμβίωση» με κάθε τίμημα και μπροστά σε κάθε αξίωση, ρίχνουν το φταίξιμο στον Καθολικισμό εξισώνοντας το Ισλάμ με τους «φανατικούς» Καθολικούς (μολονότι, είναι περιττό να το αναφέρω, οι Καθολικοί δεν κόβουν κεφάλια) και επαναλαμβάνοντας την επωδό της επάρατης ισλαμοφοβίας την οποία ανάγουν σε πρωταρχικό πρόβλημα.

Και η οποία, σπεύδω να συμπληρώσω, εκτός του ότι θεωρείται αβάσιμη, υποτίθεται πως προκύπτει από ρατσιστική ιδεολογία, άρα είναι ηθικά απαράδεκτη και κοινωνικά διαλυτική.

Αυτή η μάζα, η μεθυσμένη από την ίδια της τη μεγαλοψυχία, ελαχιστοποιεί τα γεγονότα («μερικές μεμονωμένες πράξεις βίας»), τα ψυχιατρικοποιεί («μια χούφτα ανισόρροπων»), τα τοποθετεί σε κοινωνικό συγκείμενο («θύματα του περιρρέοντος ρατσισμού»), καθώς και σε ιστορικό συγκείμενο («συνέπειες της αποικιοκρατίας»).

Τέλος, ευτελίζει τα προβλήματα όπως συνέβη με το ζήτημα του «μπουρκίνι» (φαιδρή λέξη): «Το μπουρκίνι είναι ένας τρόπος ντυσίματος». Προσθέτω το φτηνό μου επιχείρημα: και η στολή του αξιωματικού των SS είναι ένας τρόπος ντυσίματος.

Η μάζα των δοσιλόγων δεν βλέπει τις προκλήσεις και εγκλήματα των ισλαμιστών, βλέπει επιπτώσεις εγκλημάτων των Γάλλων. Επίσης, δεν βλέπει ότι η Γαλλία απεμπολεί ηθικές αρχές και ανθρώπινα δικαιώματα.

Πρόκειται για αντεστραμμένο σοβινισμό: η Γαλλία παθαίνει όσα παθαίνει (οικονομικό μαρασμό, πολιτιστική υποχώρηση, μουσουλμανικό εκφοβισμό) επειδή «φταίει». Κάτι τέτοια έλεγε και ο στρατάρχης Πεταίν το 1940: η Γαλλία είναι ένοχη – Λαϊκό Μέτωπο, πνεύμα επικούρειο, πάθος για επαναστάσεις.

Κι ενώ οι τζιχαντιστές σκορπούν τον θάνατο σε όλον τον κόσμο χωρίς οι μουσουλμάνοι να εξεγείρονται εναντίον τους (υπάρχουν λιγοστές εξαιρέσεις), στη μάζα των δοσιλόγων συρρέουν φεμινίστριες της διεστραμμένης πτέρυγας –που επιμένουν ότι η νιχάμπ, το μπουρκίνι κι όλες οι ενδυματολογικές μορφές αποπροσωποποίησης είναι «γυναικείο δικαίωμα»– και διανοούμενοι τύπου Ταρίκ Ραμαντάν οι οποίοι έχοντας αξιοποιήσει στο μέγιστο την κοσμική κοινωνία θέλουν να την καταργήσουν.

Έχει αναπτυχθεί πανίσχυρο φιλομουσουλμανικό λόμπι που εξασκεί τυραννία σε όλες τις όψεις της γαλλικής ζωής: όχι, οι μουσουλμάνοι δεν είναι οι ταπεινοί και οι καταφρονεμένοι – ταπεινοί και καταφρονεμένοι είναι όσοι δεν έχουν φωνή.

Σήμερα, στη χώρα του Μολιέρου, θριαμβεύει ο Ταρτούφος. Στη χώρα της Ζορζ Σαντ και της Σιμόν ντε Μποβουάρ θριαμβεύει η πιο πρωτόγονη αρρενωπότητα ενώ οι καλοσυνάτες και συγκαταβατικές φεμινίστριες χειροκροτούν την παραίτηση από τους αγώνες τους. Προστίθενται οι επαναστάτες του γλυκού νερού· η αριστερά της σαμπάνιας και οι τύποι του ’68 που περιφρονούν την «αστική νομιμότητα».

Και αίφνης όλοι μεταμορφώνονται σε νομομαθείς που επιθυμούν την πιστή εφαρμογή του νόμου. Η αντίφαση τούς διαφεύγει εντελώς, όπως και το φαινόμενο της νομικής δειλίας που αποτελεί γνώρισμα όλων των ευρωπαϊκών κοινωνιών τα τελευταία σαράντα χρόνια.

Η διαμάχη για το μπουρκίνι είναι διαμάχη για την υποταγή, όπως ήταν πάντα όταν ανέβαινε στη σκηνή η μάζα των δοσιλόγων. Ο Μισέλ Ουελμπέκ είχε για μια ακόμη φορά δίκιο και κανείς στη Γαλλία δεν του το συγχωρεί – ο καθένας για τους λόγους του.

Αλλά, στην πραγματικότητα, δεν είναι μόνος: για όσους πιστεύουν στον γαλλικό πολιτισμό και στη γαλλική δημοκρατία, υπάρχει το παρελθόν: ο Μονταίν, ο Πασκάλ, ο Βολταίρ, ο Καμύ, η Σιμόν Βέιλ – και, απέναντι στη μάζα των δοσιλόγων, μερικοί σημερινοί στοχαστές που επαναλαμβάνουν ότι το Ισλάμ είναι φασιστικό πρόγραμμα που εργαλειοποιεί μια ολοκληρωτική θρησκεία.

Ανέκαθεν η αριστερά έδειχνε θάμβος για τον πρώιμο φασισμό, τον τριτοκοσμικό εθνικισμό και τον εξωτισμό. Με την ανοχή των Σοσιαλιστών και την παρότρυνση της άκρας αριστεράς οι μουσουλμάνοι ζητούν φυλετικό διαχωρισμό στα σχολεία και στις αθλητικές δραστηριότητες, κατάργηση του νόμου για την μπούρκα στον δημόσιο χώρο (τον έχουν καταργήσει στην πράξη όπως κι άλλους στοιχειώδεις νόμους: πολυγαμία, απαγόρευση γάμων ανηλίκων), μπουρκίνι στη θάλασσα και τοιαύτα: βαθμιαία προσπαθούν να εγκαταστήσουν τη σαρία· δεν το κρύβουν· δεν πρόκειται για φαντασίωση, ούτε για «φοβία».

Εξάλλου, επικρίνουν με σφοδρότητα τις κοινωνίες που τους έχουν υποδεχτεί και τους έχουν προσφέρει εργασία, ελευθερία και ευκαιρίες.

Ωστόσο, με το να επιβάλλουν το μπουρκίνι ως ένδυμα σεμνότητας χαρακτηρίζουν τις γυναίκες που φορούν μαγιό άσεμνες και αχρείες. Ούτε αυτό το κρύβουν.

Εξάλλου, οι Γάλλοι εκλαμβάνουν το επιλεγόμενο μπουρκίνι ως μέρος του life-style: οι μουσουλμάνοι είναι ειλικρινείς· κάνουν ανοιχτά λόγο για υπακοή στο Κοράνι, για ηθική αυστηρότητα, για την απαραίτητη γυναικεία αιδώ.

Κι όμως λίγοι βλέπουν, λίγοι αναγνωρίζουν ότι εκτυλίσσεται πόλεμος στο εσωτερικό των κοινωνιών μας και σε παγκόσμια κλίμακα – έτσι κι αλλιώς, λίγοι έβλεπαν την άνοδο του ναζισμού, λίγοι παραδέχονταν τα εγκλήματα του σταλινισμού. Εφησυχασμός, επανάπαυση, ευνουχισμός, απάθεια. Ψευδαισθήσεις οριενταλισμού, υποταγή.

Η μάζα των δοσιλόγων ενθαρρύνει τις προκλήσεις εναντίον της νεοτερικότητας και υπέρ του σκοταδισμού – κι επειδή η πρόοδος δεν είναι αμείλικτη και αναπόφευκτη, επιστρέφουμε, εθελοτυφλώντας, στην εποχή πριν από τη μάχη του Πουατιέ.

* Η Σώτη Τριανταφύλλου είναι συγγραφέας και δημοσιογράφος με καταγωγή από την Δωρίδα

- Διαφήμιση -

Subscribe to our newsletter
Subscribe to our newsletter

Άμεσες ειδοποιήσεις για τα τελευταία άρθρα μας - στη στιγμή!

- Διαφήμιση -