- Διαφήμιση -
Χρόνος ανάγνωσης: 5 λεπτά
Αυτό τον καιρό που όλοι εκπαιδευόμαστε αγκομαχώντας να συμφιλιωθούμε με μια καθημερινότητα λιτότητας και εγκράτειας, σκέφτηκα να κάνω μια αυστηρή ιεράρχηση αγαθών, υλικών και άυλων, και να επιλέξω από τα υπάρχοντα ποια είναι για μένα τα πιο ζωτικά.
Κατέληξα σε τέσσερα.
Πρώτο από όλα βάζω το φιλί. Το φιλί κάθε τύπου. Όχι μόνο το περιπαθές ερωτικό, αλλά και το βιαστικό, το πεταχτό, το τρυφερό. Το φιλί της αθωότητας, της καλημέρας, της χαράς, της έγνοιας. Ένα φιλί έχει χάρη ιαματική, μαλακώνει τη μοναξιά, στολίζει τη χαρά. Και τους ποιητές μαγεύει. «Ένα φιλί της θάλασσας της αφροστολισμένης» γράφει ο Νίκος Γκάτσος, «Από το χνούδι του φιλιού στα φύλλα της καρδιάς» ψιθυρίζει ο Σεφέρης,
«Μόνο γιατί με κράτησες στα χέρια σου μια νύχτα και με φίλησες στο στόμα, μόνο γιαυτό είμαι ωραία σαν κρίνο ολάνοιχτο» εξομολογείται η Μαρία Πολυδούρη. Και όλοι εμείς τραγουδάμε «Ένα φιλάκι είναι λίγο πολύ λίγο», «Το πρωί με ξυπνάς με φιλιά», «Δώσ’ μου κι άλλα φιλιά κι ας πεθάνω», «Φίλα με ακόμα, όλα τα άλλα ηχούν μακρινά», «A kiss is just a kiss». Ένα φιλί χρειαζόμαστε όλοι, ένα φιλί, δώρο ακριβό, και δίχως κόστος.
Δεύτερο στη σειρά αγαθό τοποθετώ τη μουσική. Από την αυστηρή κλασσική μέχρι τα ελαφρά τραγουδάκια. Απαλή τα πρωινά της Κυριακής, ηλεκτρισμένη τα βράδια του Σαββάτου. Στην ελαφράδα του καλοκαιριού παιχνιδιάρα, στους χωρισμούς μαραζιάρα. Στην επανάσταση αντάρα, στην εκδρομή σαχλαμάρα. Με πρόσωπα και ενδύματα για κάθε περίσταση. Για τον απελπισμένο λαϊκό εραστή ο Βαμβακάρης και το «Βάσανα, πίκρες, φαρμάκια, καραβοτσακίσματα», για τον μελαγχολικό διανοούμενο ο Μάλερ και η «Πέμπτη Συμφωνία», για τον επαναστάτη ο Μπετόβεν και η «Ηρωική», για τον τρυφερό ερωτευμένο ο Μάνος Χατζηδάκις και το «Πες μου μια λέξη, αυτή τη μόνη λέξη». Η μουσική, φίλος πιστός, δροσερό αεράκι στη χαρά, ανάσα και στη λύπη.
Μετά τη μουσική, τρίτο στη σειρά κατατάσσω το ταπεινό μακαρόνι. Αυτή τη μαγική τροφή που έχει την ιδιότητα όλα να τα ομορφαίνει, να διώχνει τα σύννεφα, να ξορκίζει τα κακά. Πάνω από ένα σπαγγέτι αχνιστό, με ντομάτα, τυρί και σκορδάκι, με κάπαρη, ελιές και κρεμμύδι, η λύπη εξατμίζεται, η αγωνία ησυχάζει. Διαφωνίες ατονούν, συγκρούσεις εκλείπουν, αγάπες γεννιούνται. Ποια θλίψη καθημερινή, ποια αγχώδης γαστρίτιδα μπορεί να αντισταθεί σε ένα παστίτσιο τροφαντό, σε μια καρμπονάρα πλανεύτρα; Δόξα και τιμή στον άγνωστο εφευρέτη των μακαρονιών. Ο μύθος λέει ότι είναι κινέζικη εφεύρεση και ότι στην Ευρώπη τα έφερε ο Μάρκο Πόλο. Όποιος κι αν τα δημιούργησε, ας είναι ευλογημένος.
Τέταρτο αγαθό, αλλ’ όχι έσχατο, θεωρώ το πλυντήριο. Την αξία του την κατάλαβα αρκετά μεγάλη, όταν αρρώστησε σοβαρά η μητέρα μου. Κάθε βράδυ για μήνες, μετά από ατέλειωτες ώρες στο νοσοκομείο, γύριζα σπίτι και έβαζα ένα πλυντήριο με τη συγκομιδή της μέρας. Κατάκοπη καθόμουν μπρος του μέσα στη νύχτα και το κοιτούσα να γυρίζει με θαυμασμό κι ευγνωμοσύνη. Τι θα γινόμουν αν δεν το είχα; Τότε κατάλαβα τι σήμαινε η πρόταση «η θεία Λέλα έμεινε ανύπαντρη για να φροντίσει την κατάκοιτη επί χρόνια μάνα της». Πού να προλάβει η ταλαίπωρη η Λέλα μας να βγει, να στολιστεί και να φλερτάρει; Ποια μέση σκεβρωμένη από τη σκάφη θα τα ‘βγαζε πέρα στο χορό; Αν είχε ένα πλυντήριο όμως η Λέλα, όλα θα ‘ταν αλλιώς. Και βόλτες θα προλάβαινε και φλερτ και εσπερίδες. Ας ευλογούμε όλοι μας τον Αμερικανό μηχανικό από το Σικάγο, Άλβα Τζον Φίσερ για το δώρο που μας έκανε με την εφεύρεσή του και ας μην μεμψιμοιρούμε.
Όσο λοιπόν υπάρχει κάπου στο βάθος της κάμαρας μουσική να σιγοπαίζει, μακαρόνια να βράζουν, ένα πλυντήριο να δουλεύει κι ένα φιλάκι να περιμένει σε κάποια γωνιά, δεν υπάρχει λόγος για γκρίνιες. Η ζωή είναι ωραία με τούτα τα απλά. Βεβαίως, θα πείτε, για όλα χρειάζονται πόροι. Όλα έχουν ένα κόστος, εκτός του φιλιού. Εάν όμως και το έλασσον κόστος αυτό δεν καλύπτεται; Τότε το χιούμορ στερεύει και η θλίψη δεν έχει αντίδοτο.
* Η Φένια Ρουγκούνη έχει σπουδάσει αγγλική λογοτεχνία, νομικά και
μάνατζμεντ. Σήμερα εργάζεται στο Συνήγορο του Πολίτη και είναι πολίτης της Δωρίδας
- Διαφήμιση -